Εισαγωγή:
Η Έξοδος είναι ένα βιβλίο που αποτελείται σε δύο τμήματα. Στο τμήμα 1:1–15:21 μαθαίνουμε την καταπληκτική ιστορία μιας ομάδας ταλαιπωρημένων Εβραίων δούλων, που ζούσαν κάτω από την κυριαρχία του τυραννικού Φαραώ στην αρχαία Αίγυπτο. Μέσα στον πόνο τους, οι Εβραίοι δούλοι έκραξαν στον Θεό κι ο Θεός άκουσε την απελπισία τους και τους ελευθέρωσε με τη δυναμική Του επέμβαση. Με την καθοδήγηση του Μωυσή, ξεκίνησαν ένα ταξίδι προς το άγνωστο.
Στα αναγνώσματά μας (15:22–27:1-21) θα ταξιδέψουμε μαζί με τους Ισραηλίτες. Το ταξίδι δεν είναι εύκολο. Εδώ και τόσες γενιές, οι Ισραηλίτες έχουν μάθει να είναι δούλοι, οπότε δεν ξέρουν πώς να είναι ελεύθεροι. Ο αγώνας για να ξεφύγουν από τον κλοιό της δουλείας δεν τους ήταν καθόλου εύκολος. Τώρα που είχαν ελευθερωθεί, ποιοι ακριβώς ήταν;
Οι Ισραηλίτες έμελλε να μάθουν ότι η ταυτότητά τους ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με μια άλλη ερώτηση. Ποιος ακριβώς ήταν ο Θεός που δραστηριοποιήθηκε τόσο δραματικά και αποφασιστικά υπέρ τους; Γιατί έδειξε τόσο ενδιαφέρον και επιμονή ώστε να τους ελευθερώσει; Τι βρήκε σ’ αυτούς; Και τι λογής Θεός ήταν αυτός; Άστατος ή αξιόπιστος; Σκληρός ή αγαθός;
Καθώς ταξιδεύουμε με τους Ισραηλίτες, βλέπουμε τις προκλήσεις τους, αλλά και τη συνάντησή τους με τον Θεό στο όρος Σινά. Μαζί με τους Ισραηλίτες, μαθαίνουμε τις απαντήσεις σε αυτά τα βασικά ερωτήματα: Ποιοι είμαστε εμείς και ποιος είναι ο Θεός;
Υπήρχε κάποια στιγμή που ένιωσες ότι ο Θεός σε απογοήτευσε; Πώς το διαχειρίστηκες αυτό;
Έξοδος 15:22–16:9
22Τότε ἐσήκωσεν ὁ Μωϋσῆς τοὺς Ἰσραηλίτας ἀπὸ τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης, καὶ ἐξῆλθον εἰς τὴν ἔρημον Σούρ· καὶ περιεπάτουν τρεῖς ἡμέρας ἐν τῇ ἐρήμῳ καὶ δὲν εὕρισκον ὕδωρ.23Καὶ ἐκεῖθεν ἦλθον εἰς Μερρᾶν· δὲν ἠδύναντο ὅμως νὰ πίωσιν ἐκ τῶν ὑδάτων τῆς Μερρᾶς, διότι ἦσαν πικρά· διὰ τοῦτο καὶ ἐπωνομάσθη Μερρᾶ.
24Καὶ ἐγόγγυζεν ὁ λαὸς κατὰ τοῦ Μωϋσέως, λέγων, Τί θέλομεν πίει;
25Ὁ δὲ Μωϋσῆς ἑβόησε πρὸς τὸν Κύριον· καὶ ἔδειξεν εἰς αὐτὸν ὁ Κύριος ξύλον, τὸ ὁποῖον ὅτε ἔρριψεν εἰς τὰ ὕδατα, τὰ ὕδατα ἐγλυκάνθησαν. Ἐκεῖ ἔδωκεν εἰς αὐτοὺς παραγγελίαν καὶ διάταγμα, καὶ ἐκεῖ ἐδοκίμασεν αὐτούς·26καὶ εἶπεν, Ἐὰν ἀκούσῃς ἐπιμελῶς τὴν φωνήν Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου καὶ πράττῃς τὸ ἀρεστὸν εἰς τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ καὶ δώσῃς ἀκρόασιν εἰς τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ καὶ φυλάξῃς πάντα τὰ προστάγματα αὐτοῦ, δὲν θέλω φέρει ἐπὶ σὲ οὐδεμίαν ἐκ τῶν νόσων, τὰς ὁποίας ἔφερα κατὰ τῶν Αἰγυπτίων· διότι ἐγὼ εἶμαι ὁ Κύριος ὁ θεραπεύων σε.
27Ἔπειτα ἦλθον εἰς Αἰλείμ, ὅπου ἦσαν δώδεκα πηγαὶ ὑδάτων καὶ ἑβδομήκοντα δένδρα φοινίκων· καὶ ἐκεῖ ἐστρατοπέδευσαν πλησίον τῶν ὑδάτων.
1Ἐσηκώθησαν δὲ ἀπὸ Αἰλείμ· καὶ ἦλθον πᾶσα ἡ συναγωγή τῶν υἱῶν Ἰσραήλ εἰς τὴν ἔρημον Σίν, τὴν μεταξὺ Αἰλεὶμ καὶ Σινά, τὴν δεκάτην πέμπτην ἡμέραν τοῦ δευτέρου μηνὸς ἀφοῦ ἐξῆλθον ἐκ γῆς Αἰγύπτου.2Καὶ ἐγόγγυζε πᾶσα ἡ συναγωγή τῶν υἱῶν Ἰσραήλ κατὰ τοῦ Μωϋσέως καὶ κατὰ τοῦ Ἀαρὼν ἐν τῇ ἐρήμῳ.3Καὶ εἶπον πρὸς αὐτοὺς οἱ υἱοὶ Ἰσραήλ, Εἴθε νὰ ἀπεθνήσκομεν ὑπὸ τῆς χειρὸς τοῦ Κυρίου ἐν τῇ γῇ τῆς Αἰγύπτου, ὅτε ἐκαθήμεθα πλησίον τῶν λεβήτων τοῦ κρέατος καὶ ὅτε ἐτρώγομεν ἄρτον εἰς χορτασμόν· διότι ἐξηγάγετε ἡμᾶς εἰς τὴν ἔρημον ταύτην, διὰ νὰ θανατώσητε μὲ τὴν πεῖναν πᾶσαν τὴν συναγωγήν ταύτην.
4Καὶ εἶπε Κύριος πρὸς τὸν Μωϋσῆν, Ἰδού, θέλω βρέξει εἰς ἐσᾶς ἄρτον ἐξ οὐρανοῦ· καὶ θέλει ἐξέρχεσθαι ὁ λαὸς καὶ συνάγει καθ᾿ ἡμέραν τὸ ἀρκοῦν τῆς ἡμέρας, διὰ νὰ δοκιμάσω αὐτούς, ἄν θέλωσι περιπατεῖ εἰς τὸν νόμον μου ἤ οὐχί·5τὴν δὲ ἕκτην ἡμέραν ἄς ἑτοιμάζωσιν ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον ἤθελον εἰσαγάγει, καὶ ἄς ἦναι διπλάσιον τοῦ ὅσον συνάγουσι καθ᾿ ἡμέραν.
6Καὶ εἶπον ὁ Μωϋσῆς καὶ ὁ Ἀαρὼν πρὸς πάντας τοὺς υἱοὺς Ἰσραήλ, Τὸ ἑσπέρας θέλετε γνωρίσει ὅτι ὁ Κύριος ἐξήγαγεν ὑμᾶς ἐκ γῆς Αἰγύπτου·7καὶ τὸ πρωΐ θέλετε ἰδεῖ τὴν δόξαν τοῦ Κυρίου, διότι ἤκουσε τοὺς γογγυσμοὺς σας ἐναντίον τοῦ Κυρίου· ἐπειδή ἡμεῖς τί εἴμεθα, ὥστε νὰ γογγύζητε καθ᾿ ἡμῶν;8Καὶ εἶπεν ὁ Μωϋσῆς, Τοῦτο θέλει γείνει, ὅταν ὁ Κύριος δώσῃ εἰς ἐσᾶς τὸ ἑσπέρας κρέας νὰ φάγητε καὶ τὸ πρωΐ ἄρτον εἰς χορτασμόν· διότι ἤκουσε Κύριος τοὺς γογγυσμοὺς σας τοὺς ὁποίους γογγύζετε κατ᾿ αὐτοῦ· καὶ τί εἴμεθα ἡμεῖς; οἱ γογγυσμοί σας δὲν εἶναι καθ᾿ ἡμῶν, ἀλλὰ κατὰ τοῦ Κυρίου.
9Καὶ εἶπεν ὁ Μωϋσῆς πρὸς τὸν Ἀαρών, Εἰπὲ πρὸς πᾶσαν τὴν συναγωγήν τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, Πλησιάσατε ἔμπροσθεν τοῦ Κυρίου· διότι ἤκουσε τοὺς γογγυσμοὺς σας.
Οι Ισραηλίτες βγήκαν από την Αίγυπτο, είναι ελεύθεροι και τους οδηγεί ο Θεός. Τι θα μπορούσε να πάει στραβά; Όμως, υπάρχει δίψα (15:22-24) και πείνα (16:1-3). Κι αυτά είναι μόνο δύο από τα προβλήματά τους!
Μέσα στην έρημο, μπαίνουν στον πειρασμό να επιτρέψουν στις αισθήσεις τους να καθορίσουν τις καταστάσεις. Είναι διψασμένοι και πεινασμένοι, δεν έχουν τα βασικά που χρειάζεται κάποιος κι έτσι βγάζουν το συμπέρασμα ότι δεν έχουν ελπίδα (15:24 και 16:3). Τι κάνουμε όταν χάνουμε την ελπίδα; Παραπονιόμαστε (15:24 και 16:2-7) εναντίον αυτών που εμείς θεωρούμε υπεύθυνους ή και εναντίον του Θεού;
Τα καλά νέα αυτής της περικοπής είναι ότι ο Θεός μπορεί να διαχειριστεί αυτούς που παραπονιούνται. Η αληθινή κραυγή πόνου είναι η ουσία της αληθινής προσευχής (15:25). Ο Θεός τούς ακούει που παραπονιούνται (16:9, βλ. επίσης 3:7) και, αντί να τους τιμωρήσει για την απιστία τους, ανταποκρίνεται στην ανάγκη τους για καθαρό νερό (15:25) και φαγητό (16:8). Αντί να κρατά κακία κατά του λαού Του που γκρινιάζει, είναι Θεός που ακούει, που έχει σκοπό να τους ευλογήσει και προνοεί για τις ανάγκες τους (15:26, 16:4). Τι είδους Θεός καθοδηγεί το ταξίδι του λαού Ισραήλ; Ένας Θεός που συνεχίζει να δείχνει τη χάρη Του και σε όσους παραπονιούνται!
Αριθμοί 32–33, Πράξεις 24
Τα Βιβλικά Αναγνώσματα στο email σας:
Αν θέλετε να λαμβάνετε καθημερινά τα Βιβλικά Αναγνώσματα στο email σας, μπορείτε να εγγραφείτε συμπληρώνοντας τα στοιχεία σας στην παρακάτω φόρμα.