«Κύριε, το μυαλό μου είναι φορτωμένο αλλά, σε παρακαλώ, βοήθησέ με να βρεθώ στην παρουσία Σου και να διδαχθώ από τον λόγο Σου. Αμήν».
Α' Σαμουήλ 29:1-11
1Συνήθροισαν δὲ οἱ Φιλισταῖοι πάντα τὰ στρατεύματα αὑτῶν εἰς Ἀφέκ· καὶ οἱ Ἰσραηλῖται ἐστρατοπέδευσαν παρὰ τὴν πηγήν τὴν ἐν Ἰεζραέλ.
2Καὶ οἱ σατράπαι τῶν Φιλισταίων διέβαινον κατὰ ἑκατοντάδας καὶ χιλιάδας· ὁ Δαβὶδ δὲ καὶ οἱ ἄνδρες αὑτοῦ διέβαινον κατόπισθεν μετὰ τοῦ Ἀγχοῦς.3Καὶ εἶπον οἱ στρατηγοὶ τῶν Φιλισταίων, Τί θέλουσιν οὗτοι οἱ Ἑβραῖοι; Καὶ εἶπεν ὁ Ἀγχοῦς πρὸς τοὺς στρατηγοὺς τῶν Φιλισταίων, Δὲν εἶναι οὗτος ὁ Δαβίδ, ὁ δοῦλος τοῦ Σαοὺλ βασιλέως τοῦ Ἰσραήλ, ὅστις ἐστάθη μετ᾿ ἐμοῦ ταύτας τὰς ἡμέρας ἤ τούτους τοὺς χρόνους; καὶ δὲν εὕρηκα ἐν αὐτῷ οὐδὲν σφάλμα, ἀφοῦ ἐνέπεσεν εἰς ἐμὲ ἕως τῆς ἡμέρας ταύτης.
4Καὶ ἠγανάκτησαν κατ᾿ αὐτοῦ οἱ στρατηγοὶ τῶν Φιλισταίων· καὶ εἶπον πρὸς αὐτὸν οἱ στρατηγοὶ τῶν Φιλισταίων, Ἀπόπεμψον τὸν ἄνθρωπον τοῦτον, καὶ ἄς ἐπιστρέψῃ εἰς τὸν τόπον αὑτοῦ, τὸν ὁποῖον διώρισας εἰς αὐτόν, καὶ ἄς μή καταβῇ μεθ᾿ ἡμῶν εἰς τὴν μάχην, μήποτε γείνῃ ἐν τῇ μάχη πολέμιος ἡμῶν· διότι πῶς ἤθελε διαλλαγῇ οὗτος μετὰ τοῦ κυρίου αὑτοῦ; οὐχὶ μὲ τὰς κεφαλὰς τῶν ἀνδρῶν τούτων;
5δὲν εἶναι οὗτος ὁ Δαβίδ, περὶ τοῦ ὁποῖον ἔψαλλον ἀμοιβαίως ἐν τοῖς χοροῖς, λέγοντες, Ὁ Σαοὺλ ἐπάταξε τὰς χιλιάδας αὑτοῦ, Καὶ ὁ Δαβὶδ τὰς μυριάδας αὑτοῦ;
6Τότε ἐκάλεσεν ὁ Ἀγχοῦς τὸν Δαβὶδ καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν, Ζῇ Κύριος, βεβαίως ἐστάθης εὐθύς, καὶ ἡ ἔξοδός σου καὶ ἡ εἴσοδός σου μετ᾿ ἐμοῦ ἐν τῷ στρατοπέδῳ εἶναι ἀρεστή ἔμπροσθεν τῶν ὀφθαλμῶν μου· διότι κακὸν δὲν εὕρηκα ἐν σοί, ἀφ᾿ ἧς ἡμέρας ἦλθες πρὸς ἐμὲ ἕως τῆς ἡμέρας ταύτης· ἀλλ᾿ ὅμως εἰς τοὺς ὀφθαλμοὺς τῶν σατραπῶν δὲν εἶσαι ἀρεστός·7τώρα λοιπὸν ἐπίστρεψον καὶ ὕπαγε ἐν εἰρήνῃ, διὰ νὰ μή φέρῃς δυσαρέσκειαν εἰς τοὺς σατράπας τῶν Φιλισταίων.8Καὶ εἶπεν ὁ Δαβὶδ πρὸς τὸν Ἀγχοῦς, Ἀλλὰ τί ἔκαμα; καὶ τί εὕρηκας ἐν τῷ δούλῳ σου ἀφ᾿ ἧς ἡμέρας εἶμαι ἐνώπιόν σου, ἕως τῆς ἡμέρας ταύτης, ὥστε νὰ μή ὑπάγω νὰ πολεμήσω ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν τοῦ κυρίου μου τοῦ βασιλέως;9Καὶ ἀπεκρίθη ὁ Ἀγχοῦς καὶ εἶπε πρὸς τὸν Δαβίδ, Ἐξεύρω ὅτι εἶσαι ἀρεστὸς εἰς τοὺς ὀφθαλμοὺς μου, ὡς ἄγγελος Θεοῦ· πλήν οἱ σατράπαι τῶν Φιλισταίων εἶπον, Δὲν θέλει ἀναβῆ μεθ᾿ ἡμῶν εἰς τὴν μάχην·10τώρα λοιπὸν σηκώθητι ἐνωρὶς τὸ πρωΐ, μετὰ τῶν δούλων τοῦ κυρίου σου, τῶν ἐλθόντων μετὰ σοῦ· καὶ καθὼς σηκωθῆτε ἐνωρὶς τὸ πρωΐ, εὐθὺς ὅταν φέγξῃ, ἀναχωρήσατε.
11Καὶ ἐσηκώθη ἐνωρὶς τὸ πρωΐ ὁ Δαβὶδ καὶ οἱ ἄνδρες αὐτοῦ, διὰ νὰ ἀναχωρήσωσι, νὰ ἐπιστρέψωσιν εἰς τὴν γῆν τῶν Φιλισταίων. Οἱ δὲ Φιλισταῖοι ἀνέβησαν εἰς Ἰεζραέλ.
Μια κοπέλα στο πανεπιστήμιο ζούσε διπλή ζωή. Από τη μία ήταν καλή χριστιανή, έψαλλε στον Θεό με όλη της την καρδιά και έφτανε πάντα πρώτη στη συμμελέτη. Από την άλλη, έπινε τόσο που ξεχνούσε πού βρισκόταν και ζούσε άσωτη ζωή. Ήταν πολύ ταραγμένη και δυστυχισμένη και, τελικά, αποφάσισε να αφήσει την πίστη της.
Ο Δαβίδ βρίσκεται σε μια παρόμοια, δύσκολη θέση στο ανάγνωσμά μας. Έχει καλές σχέσεις με τους Φιλισταίους οικοδεσπότες του, τόσο που ανυπομονεί να επιτεθεί στον ίδιο του τον λαό (εδ. 2). Είχε μια καλή εργασιακή σχέση με τον ηγεμόνα των Φιλισταίων Αγχούς (εδ. 6, βλ. 27:2). Όμως, επεμβαίνει ένας Φιλισταίος για να πει το προφανές, ότι ο Δαβίδ δεν ανήκει στη δική τους πλευρά της μάχης (εδ. 9)! Δεν ήταν ένας από αυτούς.
Ο Ιησούς δεν μας έδωσε την επιλογή να έχουμε διπλή εθνικότητα. Είτε ανήκουμε στο βασίλειό Του και η υποταγή μας σε Αυτόν είναι αδιαφιλονίκητη ή είμαστε απέξω και υπηρετούμε άλλον κύριο. Όπως λέει ο Ιάκωβος: «δεν εξεύρετε ότι η φιλία του κόσμου είναι έχθρα του Θεού;» (4:4).
Ιεζεκιήλ 30–31, Ψαλμοί 123–125
Τα Βιβλικά Αναγνώσματα στο email σας:
Αν θέλετε να λαμβάνετε καθημερινά τα Βιβλικά Αναγνώσματα στο email σας, μπορείτε να εγγραφείτε συμπληρώνοντας τα στοιχεία σας στην παρακάτω φόρμα.
[WORDPRESS_PDF]