Εισαγωγή:
Ο λαός του Θεού ήταν τόσο κοντά. Μέσα σε λίγους μήνες ελευθερώθηκαν από την Αίγυπτο, πέρασαν την Ερυθρά Θάλασσα, η νεφέλη και η στήλη της φωτιάς τούς οδήγησαν μέσα από την έρημο και είχαν τραφεί και χορτάσει θαυματουργικά με το μάννα και τα ορτύκια. Τώρα στέκονται στα σύνορα της γης που ο Θεός είχε υποσχεθεί στους προγόνους του. Είναι σαν μια ταινία που νομίζεις ότι τελειώνει, αλλά έχει ακόμα μια ώρα. Αναρωτιέσαι: «Τι άλλο θα γίνει ακόμα;».
Ο λαός του Θεού ήταν τόσο κοντά, αλλά και τόσο μακριά: ήταν όχλος (11:4)· τα ίδια τα αδέρφια του Μωυσή στράφηκαν εναντίον του (εδ. 12)· τώρα, στα κεφάλαια 13–19, η εξέγερσή τους πάει από το κακό στο χειρότερο, με αποτέλεσμα να θανατωθούν χιλιάδες άνθρωποι και οι υπόλοιποι να καταδικαστούν να περιπλανώνται στην έρημο για σαράντα χρόνια. Δεν εξηγείται πώς οι άνθρωποι που είχαν ζήσει τέτοια θαύματα θα εξεγείρονταν λίγους μήνες μετά και θα εύχονταν να είναι πίσω στην Αίγυπτο σκλάβοι (14:3-4)! Οι Ισραηλίτες είχαν ελευθερωθεί, αλλά δεν ήθελαν να αλλάξουν. Είχαν δει, αλλά δεν ήθελαν να εμπιστευτούν. Είχαν ακούσει, αλλά δεν ήθελαν να δώσουν σημασία.
Με βάση αυτά, ο Παύλος έγραψε: «Ταύτα δε πάντα εγίνοντο εις εκείνους παραδείγματα, και εγράφησαν προς νουθεσίαν ημών… Ώστε ο νομίζων ότι ίσταται ας βλέπη μη πέση» (Α΄ Κορινθίους 10:11-12). Ας ακούσουμε και ας δώσουμε σημασία σε αυτές τις προειδοποιήσεις και ας σιγουρευτούμε ότι στεκόμαστε στο μόνο σταθερό έδαφος, αυτό της συγχώρησης που μας προσφέρει ο Θεός μέσω του Ιησού.
Οι κατάσκοποι των Ισραηλιτών έβλεπαν τον εαυτό τους σαν ακρίδα: μικρό κι ασήμαντο. Ζήτα από τον Θεό να βλέπεις όπως βλέπει Εκείνος.
Αριθμοί 13:1-3, 17-33
1Καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς τὸν Μωϋσῆν λέγων,2Ἀπόστειλον ἄνδρας διὰ νὰ κατασκοπεύσωσι τὴν γῆν Χαναάν, τὴν ὁποίαν ἐγὼ δίδω εἰς τοὺς υἱοὺς Ἰσραήλ· ἀπὸ πάσης φυλῆς τῶν πατέρων αὐτῶν θέλετε ἀποστείλει ἀνὰ ἕνα ἄνδρα, ἕκαστον ἐξ αὐτῶν ἀρχηγόν.3Καὶ ἀπέστειλεν αὐτοὺς ὁ Μωϋσῆς διὰ προσταγῆς τοῦ Κυρίου ἐκ τῆς ἐρήμου Φαράν. Πάντες οἱ ἄνδρες οὗτοι ἦσαν ἀρχηγοὶ τῶν υἱῶν Ἰσραήλ.
17Καὶ ἀπέστειλεν αὐτοὺς ὁ Μωϋσῆς διὰ νὰ κατασκοπεύσωσι τὴν γῆν Χαναάν· καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς, Ἀνάβητε ἀπὸ τοῦ μέρους τούτου τῆς μεσημβρίας καὶ θέλετε ἀναβῆ εἰς τὸ ὄρος·18καὶ θεωρήσατε τὴν γῆν, ὁποία εἶναι, καὶ τὸν λαὸν τὸν κατοικοῦντα ἐν αὐτῇ, ἐὰν ἦναι δυνατὸς ἤ ἀδύνατος, ὀλίγοι ἤ πολλοί·19καὶ ὁποία εἶναι ἡ γῆ ἐν ᾗ οὗτοι κατοικοῦσι, καλή ἦναι ἤ κακή· καὶ ὁποῖαι εἶναι αἱ πόλεις, τὰς ὁποίας οὗτοι κατοικοῦσιν, ἀτείχιστοι ἤ περιτετειχισμέναι·20καὶ ὁποία εἶναι ἡ γῆ, παχεῖα ἦναι ἤ λεπτή, ἐὰν ὑπάρχωσιν ἐν αὐτῇ δένδρα ἤ οὐχί· καὶ ἀνδρίζεσθε καὶ φέρετε ἀπὸ τῶν καρπῶν τῆς γῆς. Αἱ δὲ ἡμέραι ἦσαν αἱ ἡμέραι τῶν πρώτων σταφυλῶν.
21Καὶ ἀναβάντες κατεσκόπευσαν τὴν γῆν ἀπὸ τῆς ἐρήμου Σὶν ἕως Ῥεώβ, κατὰ τὴν εἴσοδον Αἱμάθ.22Καὶ ἀνέβησαν κατὰ τὸ μεσημβρινόν, καὶ ἦλθον ἕως Χεβρών, ὅπου ἦσαν Ἀχιμάν, Σεσαΐ καὶ Θαλμαΐ, οἱ υἱοὶ τοῦ Ἀνάκ. Ἡ δὲ Χεβρὼν ἐκτίσθη ἑπτὰ ἔτη πρὸ τῆς Τάνεως τῆς Αἰγύπτου.23Καὶ ἦλθον μέχρι τῆς φάραγγος Ἐσχώλ, καὶ ἔκοψαν ἐκεῖθεν κλῆμα ἀμπέλου μετὰ ἑνὸς βότρυος σταφυλῆς, καὶ ἐβάσταζον αὐτὸ δύο ἐπὶ ξύλου· ἔφεραν καὶ ῥόδια καὶ σῦκα.24Ὁ τόπος ἐκεῖνος νομάσθη φάραγξ Ἐσχώλ· διὰ τὸν βότρυν τὸν ὁποῖον ἔκοψαν ἐκεῖθεν οἱ υἱοὶ Ἰσραήλ.
25Καὶ ἐπέστρεψαν, ἀφοῦ κατεσκόπευσαν τὴν γῆν, μετὰ τεσσαράκοντα ἡμέρας.26Καὶ πορευθέντες ἦλθον πρὸς τὸν Μωϋσῆν, καὶ πρὸς τὸν Ἀαρών, καὶ πρὸς πᾶσαν τὴν συναγωγήν τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, ἐκ τῇ ἐρήμῳ Φαράν, εἰς Κάδης· καὶ ἔφεραν ἀπόκρισιν πρὸς αὐτούς, καὶ πρὸς πᾶσαν τὴν συναγωγήν, καὶ ἔδειξαν εἰς αὐτοὺς τὸν καρπὸν τῆς γῆς.27Καὶ ἀπήγγειλαν πρὸς αὐτόν, καὶ εἶπον, Ἤλθομεν εἰς τὴν γῆν, εἰς τὴν ὁποίαν ἀπέστειλας ἐμᾶς, καὶ εἶναι τῳόντι γῆ ῥέουσα γάλα καὶ μέλι καὶ ἰδού, ὁ καρπὸς αὐτῆς·28ὁ λαὸς ὅμως, ὁ κατοικῶν ἐν τῇ γῇ, εἶναι δυνατός, καὶ αἱ πόλεις περιτετειχισμέναι, μεγάλαι σφόδρα· πρὸς τούτοις, εἴδομεν ἐκεῖ καὶ τοὺς υἱοὺς τοῦ Ἀνάκ·29οἱ Ἀμαληκῖται κατοικοῦσιν ἐν τῇ γῇ τῆς μεσημβρίας· καὶ οἱ Χετταῖοι, καὶ οἱ Ἰεβουσαῖοι, καὶ οἱ Ἀμορραῖοι, κατοικοῦσιν ἐπὶ τὰ ὄρη· καὶ οἱ Χαναναῖοι κατοικοῦσι παρὰ τὴν θάλασσαν καὶ τὰς ὄχθας τοῦ Ἰορδάνου.
30Καὶ ὁ Χάλεβ κατεσίγασε τὸν λαὸν ἔμπροσθεν τοῦ Μωϋσέως, καὶ εἶπεν, Ἄς ἀναβῶμεν εὐθύς, καὶ ἄς ἐξουσιάσωμεν αὐτήν· διότι δυνάμεθα νὰ κυριεύσωμεν αὐτήν.31Οἱ ἄνθρωποι ὅμως, οἱ συναναβάντες μετ᾿ αὐτοῦ, εἶπαν, Δὲν δυνάμεθα νὰ ἀναβῶμεν ἐπὶ τὸν λαὸν τοῦτον, διότι εἶναι δυνατώτεροι ἡμῶν.32Καὶ δυσφήμησαν τὴν γῆν, τὴν ὁποίαν κατεσκόπευσαν, πρὸς τοὺς υἱοὺς Ἰσραήλ, λέγοντες, Ἡ γῆ, τὴν ὁποίαν διεπεράσαμεν διὰ νὰ κατασκοπεύσωμεν αὐτήν, εἶναι γῆ κατατρώγουσα τοὺς κατοίκους αὐτῆς· καὶ πᾶς ὁ λαός, τὸν ὁποῖον εἴδομεν ἐν αὐτῇ εἶναι ἄνδρες ὑπερμεγέθεις·33καὶ εἴδομεν ἐκεῖ τοὺς γίγαντας, τοὺς υἱοὺς Ἀνάκ, τοῦ ἐκ τῶν γιγάντων· καὶ ἐβλέπομεν ἑαυτοὺς ὡς ἀκρίδας καὶ τοιούτους ἔβλεπον ἡμᾶς αὐτοί.
Το ταξίδι των κατασκόπων στη Χαναάν τελείωσε στη Χεβρών (εδ. 22), όπου ο Αβραάμ είχε αγοράσει μια σπηλιά για οικογενειακό τάφο. Εκεί θάφτηκε ο ίδιος, η Σάρρα, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ. Η αγορά ενός τάφου σε μια ξένη γη ήταν δείγμα της πίστης του Αβράαμ στην υπόσχεση του Θεού, που επαναλαμβάνεται στους απογόνους του (εδ. 1). Η επίσκεψη των κατασκόπων, μετά από τόσα χρόνια, ήταν ένα δείγμα της πιστότητας του Θεού στην υπόσχεσή Του.
Όλα φαίνονταν καλά: ο τάφος, το τσαμπί σταφύλι που ήταν τόσο μεγάλο, ώστε να ονομαστεί η περιοχή «Κοιλάδα Εσκώλ» (Βότρυος· εδ. 24), το γάλα που έρρεε και το μέλι (εδ. 27). Όμως, οι κατάσκοποι ξεκίνησαν την αναφορά τους με μια κατηγορία («η γη στην οποία εσύ μας έστειλες») και όχι με μια έκφραση πίστης («η γη την οποία μας δίνει ο Θεός» εδ. 2). Και πήγε από το κακό στο χειρότερο: οι κατάσκοποι δεν έδειξαν πίστη, ακόμα κι όταν ο Θεός αποδείκνυε την αξιοπιστία Του.
Παρά τις προσπάθειες του Χάλεβ (εδ. 30) και του Ιησού του Ναυή (14:6-9), η αρνητική αναφορά κυκλοφόρησε (εδ. 32). Οι άνθρωποι στράφηκαν στον εαυτό τους – «νιώθαμε σαν ακρίδες» (εδ. 33) – αντί να στηριχθούν στον Θεό, που με πιστότητα εκπληρώνει τις υποσχέσεις Του.
Έξοδος 17–18, Ματθαίος 24
Τα Βιβλικά Αναγνώσματα στο email σας:
Αν θέλετε να λαμβάνετε καθημερινά τα Βιβλικά Αναγνώσματα στο email σας, μπορείτε να εγγραφείτε συμπληρώνοντας τα στοιχεία σας στην παρακάτω φόρμα.
[WORDPRESS_PDF]