22Μετά στάθηκε ο Σολομών μπροστά στο θυσιαστήριο του Κυρίου, απέναντι σ’ όλη την ισραηλιτική κοινότητα. Άπλωσε τα χέρια του στον ουρανό 23και είπε:
«Κύριε, Θεέ του Ισραήλ, δεν υπάρχει Θεός όμοιος μ’ εσένα στον ουρανό πάνω κι εδώ κάτω στη γη. Τηρείς τη διαθήκη σου με τους δούλους σου και δεν παύεις να τους αγαπάς, όταν ζουν ενώπιόν σου με απόλυτη τιμιότητα. 24Όλα όσα εσύ ο ίδιος είχες υποσχεθεί στο δούλο σου το Δαβίδ, τον πατέρα μου, τα πραγματοποίησες σήμερα με τη δύναμή σου. 25Τώρα, λοιπόν, Κύριε Θεέ του Ισραήλ, εκπλήρωσε και την υπόσχεση που έδωσες στον πατέρα μου, ότι αν οι απόγονοί του φροντίζουν να ζουν ενώπιόν σου με υπακοή, όπως εκείνος, θα υπάρχει πάντοτε κάποιος απ’ αυτούς που θα βασιλεύει στον Ισραήλ μετά από κείνον. 26Ας πραγματοποιηθεί, λοιπόν τώρα Θεέ του Ισραήλ, η υπόσχεση που έδωσες στο δούλο σου Δαβίδ, τον πατέρα μου.
27Πώς θα μπορούσες όμως, αλήθεια, εσύ Θεέ να κατοικήσεις στη γη; Οι ουρανοί και οι ουρανοί των ουρανών να σε χωρέσουν δεν μπορούν. Πώς, λοιπόν, θα σε χωρέσει αυτός εδώ ο ναός που έχτισα; 28Ωστόσο, Κύριε Θεέ μου, στρέψε μ’ ευμένεια το πρόσωπό σου σ’ εμένα, το δούλο σου, άκουσε την προσευχή μου και την παράκλησή μου, και δώσε αυτά που με κραυγές και δεήσεις σου ζητάω σήμερα, εγώ ο δούλος σου. 29Ας είναι ανοιχτά τα μάτια σου πάνω σ’ ετούτο το ναό μέρα και νύχτα, πάνω στον τόπο, στον οποίο όρισες να λατρεύεται το όνομά σου. Άκουσε την προσευχή που σου απευθύνω εγώ, ο δούλος σου, από αυτόν εδώ τον τόπο. 30Άκουσε τις παρακλήσεις του δούλου σου και του λαού σου, του Ισραήλ, όταν στραμμένοι προς αυτόν εδώ τον τόπο θα προσευχόμαστε. Άκουσέ μας από τον ουρανό όπου κατοικείς· άκουσέ μας και συγχώρησέ μας».
31«Αν κάποιος κατηγορηθεί ότι αμάρτησε στο συνάνθρωπό του, και του ζητηθεί να πάρει όρκο για την αθωότητά του, κι έρθει και ορκιστεί μπροστά στο θυσιαστήριό σου, σ’ αυτόν εδώ το ναό, 32τότε, εσύ Κύριε, άκουσε από τον ουρανό κι ενέργησε και απόδωσε το δίκαιο στους δούλους σου: Φανέρωσε την ενοχή του ασεβή και τιμώρησέ τον για την πράξη του· δικαίωσε τον δίκαιο και απόδωσέ του σύμφωνα με την αθωότητά του.
33Αν συμβεί ο λαός σου, ο Ισραήλ, να νικηθεί από τον εχθρό, γιατί θα έχουν αμαρτήσει σ’ εσένα, αλλά επιστρέψουν σ’ εσένα και σε δοξολογήσουν, αν προσευχηθούν και σε ικετέψουν στο ναό αυτό, 34τότε, εσύ Κύριε, άκουσε από τον ουρανό και συγχώρησε την αμαρτία του λαού σου, του Ισραήλ, και φέρε τους πίσω ξανά στη χώρα που έδωσες στους προγόνους τους.
35Αν κλείσει ο ουρανός και δε στέλνει βροχή, γιατί θα έχουν αμαρτήσει σ’ εσένα, αλλά προσευχηθούν στον τόπο αυτό και σε δοξολογήσουν, αν ταπεινωμένοι από την τιμωρία που τους έστειλες, μετανοήσουν για την αμαρτία τους, 36τότε, εσύ Κύριε, άκουσε από τους ουρανούς και συγχώρησε την αμαρτία των δούλων σου, του λαού σου του Ισραήλ, και δίδαξέ τους το σωστό δρόμο που θα πρέπει να βαδίζουν· στείλε βροχή στη χώρα αυτή που ανήκει σ’ εσένα και τους την έχεις δώσει για ιδιοκτησία τους.
37Αν πέσει πείνα στη χώρα ή θανατικό, αν έρθει λίβας ή μούχλα των σιτηρών ή ακρίδα κάθε είδους, αν οι εχθροί τους φτάσουν ως τις πόλεις τους και τις πολιορκήσουν ή έρθει οποιαδήποτε μάστιγα ή αρρώστια, 38αλλά προσευχηθούν οι Ισραηλίτες, είτε ατομικά είτε ομαδικά, υψώνοντας τα χέρια τους προς τον ναό αυτό με τύψεις στην καρδιά τους, 39τότε, εσύ Κύριε, άκουσε από τον ουρανό, όπου κατοικείς, συγχώρησέ τους κι ενέργησε αποδίδοντας στον καθένα σύμφωνα με τα έργα τους. Εσύ γνωρίζεις την καρδιά του καθενός· μόνον εσύ γνωρίζεις όλων των ανθρώπων τις καρδιές. 40Έτσι θα σε σέβονται όσο θα ζουν στη χώρα αυτή που έδωσες στους προγόνους μας.
41Ακόμα κι έναν ξένο, που δεν ανήκει στο λαό σου, τον Ισραήλ, αλλά ήρθε από κάποια χώρα μακρινή επειδή άκουσε για σένα, 42πόσο μεγάλος είσαι και πόσο μεγάλη, πόσο ακαταμάχητη είναι η δύναμή σου, αν έρθει και προσευχηθεί στο ναό αυτό, 43άκουσέ τον κι αυτόν εσύ, Κύριε, από τον ουρανό όπου κατοικείς, και δώσ’ του ό,τι σου ζητήσει. Έτσι θα σε γνωρίσουν όλα τα έθνη της γης και θα σε σέβονται, όπως ο λαός σου ο Ισραήλ· έτσι θα μάθουν ότι ο ναός αυτός που έχτισα είναι ο τόπος όπου εσύ λατρεύεσαι.
44Όταν ο λαός σου θα πηγαίνει να πολεμήσει τους εχθρούς του, όπου εσύ τον στείλεις, αν προσευχηθεί σ’ εσένα, τον Κύριο, στρέφοντας τα μάτια προς αυτή την πόλη που διάλεξες και προς το ναό που σου έχτισα, 45τότε εσύ, Κύριε, άκουσε από τον ουρανό την προσευχή τους και την παράκλησή τους και απόδωσε το δίκιο τους.
46Αν αμαρτήσουν σ’ εσένα –αφού κανείς δεν είναι αναμάρτητος– κι οργιστείς εναντίον τους και τους παραδώσεις στους εχθρούς τους κι αυτοί τους οδηγήσουν αιχμαλώτους σε εχθρική χώρα, κοντινή ή μακρινή, 47αλλά εκεί στη χώρα όπου θα βρίσκονται αιχμάλωτοι συνέλθουν και μετανοήσουν και σε παρακαλέσουν από ’κει και σου πουν: “αμαρτήσαμε, ανομήσαμε και αδικήσαμε”, 48αν επιστρέψουν σ’ εσένα μ’ όλη τους την καρδιά και την ψυχή, εκεί στη χώρα των εχθρών που τους αιχμαλώτισαν, και προσευχηθούν σ’ εσένα στραμμένοι προς τη χώρα τους, αυτήν που έδωσες στους προγόνους τους, προς την πόλη που διάλεξες και προς το ναό που έχτισα για σένα, 49τότε εσύ, Κύριε, άκουσε από τον ουρανό όπου κατοικείς, την προσευχή τους και την παράκλησή τους κι απόδωσέ τους το δίκιο τους. 50Συγχώρησέ τους που αμάρτησαν σ’ εσένα και σε παρήκουσαν και κάνε να τους σπλαχνισθούν εκείνοι που τους αιχμαλώτισαν και να τους δείξουν συμπόνια. 51Πράγματι, αυτοί είναι ο λαός σου που σου ανήκει, από τότε που τους έβγαλες από την Αίγυπτο, μέσα από το καμίνι που λιώνει το σίδερο.
52Ας είναι πάντοτε ανοιχτά τα μάτια σου στην παράκληση του δούλου σου και στην παράκληση του λαού σου, του Ισραήλ, για να τους ακούς και να τους δίνεις ό,τι θα σου ζητούν. 53Γιατί εσύ τους ξεχώρισες μέσα απ’ όλους τους λαούς της γης για να είναι ο λαός που θα σου ανήκει, όπως το διακήρυξες με το Μωυσή, το δούλο σου, όταν έβγαζες τους προγόνους μας από την Αίγυπτο, Κύριε, Κύριε».