«Κύριε, η καρδιά μου γαληνεύει στην παρουσία Σου. Ας πάψουν όλα, να ακούω μόνο Εσένα. Μίλα, Κύριε, ακούω».
Αριθμοί 22:21-41
21Καὶ ἐσηκώθη ὁ Βαλαὰμ τὸ πρωΐ, καὶ ἐσαμάρωσε τὴν ὄνον αὑτοῦ καὶ ὑπῆγε μετὰ τῶν ἀρχόντων τοῦ Μωάβ.22Καὶ ἐξήφθη ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ ὅτι ὑπῆγε· καὶ ἐστάθη ἄγγελος Κυρίου ἐν τῇ ὁδῷ ἔμπροσθεν αὐτοῦ, διὰ νὰ ἐναντιωθῇ εἰς αὐτόν· αὐτὸς δὲ ἐκάθητο ἐπὶ τῆς ὄνου αὑτοῦ καὶ δύο δοῦλοι αὐτοῦ ἦσαν μετ᾿ αὐτοῦ·
23καὶ ἰδοῦσα ἡ ὄνος τὸν ἄγγελον τοῦ Κυρίου ἱστάμενον ἐν τῇ ὁδῷ, καὶ τὴν ῥομφαίαν αὐτοῦ γεγυμνωμένην ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ, ἐξέκλινεν ἡ ὄνος ἐκ τῆς ὁδοῦ καὶ ὑπήγαινεν πρὸς τὴν πεδιάδα· καὶ ἐκτύπησεν ὁ Βαλαὰμ τὴν ὄνον, διὰ νὰ ἐπαναφέρῃ αὐτήν εἰς τὴν ὁδόν.
24Ἀλλ᾿ ὁ ἄγγελος τοῦ Κυρίου ἐστάθη ἐν μιᾷ στενῇ ὁδῷ τῶν ἀμπελώνων, ὅπου ἦτο φραγμὸς ἐντεῦθεν καὶ φραγμὸς ἐντεῦθεν·25καὶ ἰδοῦσα ἡ ὄνος τὸν ἄγγελον τοῦ Κυρίου, προσέθλιψεν ἑαυτήν πρὸς τὸν τοῖχον καὶ συνέθλιψε τὸν πόδα τοῦ Βαλαὰμ εἰς τὸν τοῖχον· αὐτὸς δὲ ἐκτύπησεν αὐτήν πάλιν.
26Καὶ ὁ ἄγγελος τοῦ Κυρίου ὑπῆγε παρεμπρός, καὶ ἐστάθη ἐν στενῷ τόπῳ, ὅπου δὲν ἦτο ὁδὸς διὰ νὰ ἐκκλίνῃ δεξιὰ ἤ ἀριστερά·27καὶ ἰδοῦσα ἡ ὄνος τὸν ἄγγελον τοῦ Κυρίου, συνεκάθησεν ὑποκάτω τοῦ Βαλαάμ· καὶ θυμωθεὶς ὁ Βαλαάμ, ἐκτύπησε τὴν ὄνον διὰ τῆς ῥάβδου.
28Καὶ ἤνοιξεν ὁ Κύριος τὸ στόμα τῆς ὄνου· καὶ εἶπε πρὸς τὸν Βαλαάμ, Τί σοὶ ἔκαμα, καὶ μὲ ἐκτύπησας τρίτην ταύτην φοράν;
29Καὶ εἶπεν ὁ Βαλαὰμ πρὸς τὴν ὄνον, Διότι μὲ ἐνέπαιξας· εἴθε νὰ εἶχον μάχαιραν ἐν τῇ χειρὶ μου, διότι τώρα ἤθελον σὲ θανατώσει.
30Καὶ ἡ ὄνος εἶπε πρὸς τὸν Βαλαάμ, Δὲν εἶμαι ἐγὼ ἡ ὄνος σου, ἐπὶ τῆς ὁποίας ἐκάθιζες ἀφ᾿ οὗ χρόνου μὲ ἔχεις ἕως τῆς ἡμέρας ταύτης; ἤμην πότε συνειθισμένη νὰ κάμνω οὕτως εἰς σὲ; Ὁ δὲ εἶπεν, Οὐχί.
31Καὶ ἤνοιξεν ὁ Κύριος τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ Βαλαάμ, καὶ εἶδε τὸν ἄγγελον τοῦ Κυρίου ἱστάμενον ἐν τῇ ὁδῷ καὶ τὴν ῥομφαίαν αὐτοῦ γεγυμνωμένην ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ· καὶ κύψας προσεκύνησεν ἐπὶ πρόσωπον αὑτοῦ.32Καὶ εἶπε πρὸς αὐτὸν ὁ ἄγγελος τοῦ Κυρίου, Διὰ τί ἐκτύπησας τὴν ὄνον σου τρίτην ταύτην φοράν; ἰδοὺ, ἐγὼ ἐξῆλθον διὰ νὰ σοὶ ἐναντιωθῶ, διότι ὁ δρόμος σου εἶναι διεστραμμένος ἐνώπιόν μου·33καὶ ἰδοῦσά με ἡ ὄνος ἐξέκλινεν ἀπ᾿ ἐμοῦ τρίτην ταύτην φοράν· ἄλλως, ἐὰν δὲν ἐξέκλινεν ἀπ᾿ ἐμοῦ τώρα σὲ μὲν ἤθελον φονεύσει, ἐκείνην δὲ ἤθελον ἀφήσει ζῶσαν.
34Καὶ εἶπεν ὁ Βαλαὰμ πρὸς τὸν ἄγγελον τοῦ Κυρίου, Ἡμάρτησα· διότι δὲν ἤξευρον ὅτι σὺ ἔστεκες ἐν τῇ ὁδῷ ἐναντίον μου· ὅθεν τώρα, ἐὰν δὲν ἦναι ἀρεστὸν εἰς σέ, ἐπιστρέφω.
35Καὶ εἶπεν ὁ ἄγγελος τοῦ Κυρίου πρὸς τὸν Βαλαάμ, Ὕπαγε μετὰ τῶν ἀνθρώπων· πλήν ὅ, τι σοὶ εἴπω, τοῦτο θέλεις λαλήσει. Καὶ ὑπῆγεν ὁ Βαλαὰμ μετὰ τῶν ἀρχόντων τοῦ Βαλάκ.
36Καὶ ἀκούσας ὁ Βαλὰκ ὅτι ἤρχετο ὁ Βαλαάμ, ἐξῆλθε νὰ προϋπαντήσῃ αὐτόν, ἕως εἰς πόλιν τινὰ τοῦ Μωάβ, κειμένην ἐν τοῖς ὁρίοις τοῦ Ἀρνών, ὅστις εἶναι τὸ ἔσχατον ὅριον.37Καὶ εἶπεν ὁ Βαλὰκ πρὸς τὸν Βαλαάμ, Δὲν ἀπέστειλα πρὸς σὲ μετὰ σπουδῆς νὰ σὲ καλέσω; διὰ τί δὲν ἦλθες πρὸς ἐμέ; μήπως δὲν εἶμαι ἱκανὸς νὰ σὲ τιμήσω;38Καὶ εἶπεν ὁ Βαλαὰμ πρὸς τὸν Βαλάκ, Ἰδού, ἦλθον πρὸς σέ· ἔχω τώρα τὴν δύναμιν νὰ λαλήσω τι; ὅντινα λόγον βάλῃ ὁ Θεὸς εἰς τὸ στόμα μου, τοῦτον θέλω λαλήσει.39Καὶ ὑπῆγεν ὁ Βαλαὰμ μετὰ τοῦ Βαλάκ, καὶ ἦλθον εἰς Κιριὰθ-οὐζώθ.40Καὶ ἐθυσίασεν ὁ Βαλὰκ βόας καὶ πρόβατα, καὶ ἔπεμψεν ἐξ αὐτῶν πρὸς τὸν Βαλαὰμ καὶ πρὸς τοὺς ἄρχοντας τοὺς μετ᾿ αὐτοῦ.
41Καὶ τὸ πρωΐ ἔλαβεν ὁ Βαλὰκ τὸν Βαλαάμ, καὶ ἀνεβίβασεν αὐτὸν ἐπὶ τοὺς ὑψηλοὺς τόπους τοῦ Βάαλ, καὶ ἐκεῖθεν εἶδε τὴν ἄκραν τοῦ λαοῦ.
Σε αυτή την ιστορία, ο Βαλαάμ περπατάει σε τεντωμένο σχοινί. Από τη μια, έχει την άδεια να παρουσιαστεί στον Βαλάκ, μόνο αν κάνει αυστηρά όσα του λέει ο Θεός. Από την άλλη, ο Θεός είναι έτσι κι αλλιώς δυσαρεστημένος που πηγαίνει. Πρέπει οπωσδήποτε να ακούσει τον Θεό.
Μέσω του γαϊδουριού, ο Θεός ανεβάζει την ένταση: κάνε μόνο ό,τι Εγώ σου λέω να κάνεις… πες μόνο ό,τι Εγώ σου λέω να πεις. Δίνοντας προσοχή στον Θεό, το γαϊδούρι γίνεται προφήτης, υποχωρώντας μπροστά στον άγγελο του Θεού. Η ιστορία θυμίζει τον Ψαλμό 32:8-9: «Εγώ θέλω σε συνετίσει και θέλω σε διδάξει την οδόν, εις την οποίαν πρέπει να περιπατής· θέλω σε συμβουλεύει· επί σε θέλει είσθαι ο οφθαλμός μου. Μη γίνεσθε ως ίππος, ως ημίονος, εις τα οποία δεν υπάρχει σύνεσις· των οποίων το στόμα πρέπει να κρατήται εν κημώ και χαλινώ, άλλως δεν ήθελον πλησιάζει εις σε».
Πόσο προσεκτικά ακούς τον Θεό; Τον αναγνωρίζεις καθώς σε καθοδηγεί μέσα από περιστάσεις; Όταν παραπονιέμαι και οργίζομαι, είναι επειδή δεν έχω αναγνωρίσει τον άγγελο του Θεού που προσπαθεί να μου δείξει τη σωστή κατεύθυνση;
Παροιμίες 15–16, Α΄ Θεσσαλονικείς 1
Τα Βιβλικά Αναγνώσματα στο email σας:
Αν θέλετε να λαμβάνετε καθημερινά τα Βιβλικά Αναγνώσματα στο email σας, μπορείτε να εγγραφείτε συμπληρώνοντας τα στοιχεία σας στην παρακάτω φόρμα.
[WORDPRESS_PDF]