Εισαγωγή:
Οι δύο επιστολές του αποστόλου Παύλου προς τον Τιμόθεο είναι δυο από τις τέσσερις επιστολές του Παύλου που απευθύνονται σε κάποια πρόσωπα και όχι σε εκκλησίες (οι άλλες είναι οι προς Τίτο και προς Φιλήμονα). Είναι, ωστόσο, γραμμένες ως αποτέλεσμα της προϋπάρχουσας σχέσης μεταξύ των δυο, η οποία εξελίχθηκε κατά τη διάρκεια της δεύτερης και τρίτης ιεραποστολικής περιοδείας του Παύλου.
Ο Ρικ Γουόρεν παρομοιάζει τη σχέση τους με μαθητεία και υπολογίζει ότι ξεκίνησε ως «κηδεμονία» – ένας νεαρός μαθητής επικοινωνεί με κάποιον μεγαλύτερο – όπου ο Παύλος γίνεται για τον Τιμόθεο παράδειγμα προς μίμηση, καταλήγοντας τέλος σε «συνεργασία». Αν και αυτή η δεύτερη επιστολή είναι γραμμένη προς το τέλος της ζωής του Παύλου, η συνεχής αγάπη του για τον Τιμόθεο ως πνευματικό του παιδί είναι φανερή, όπως και η βαθιά του επιθυμία να σταθεί ο Τιμόθεος σταθερός, ακόμα και μέσα σε κακουχίες, να διδάξει την αλήθεια και να εκπληρώσει την κλήση του. Η πρώτη επιστολή περιείχε συμβουλές σχετικά με την ηγεσία και την εκκλησία. Η δεύτερη είναι πιο προσωπική, δίνοντας έμφαση στην πίστη του ίδιου του Τιμόθεου και στις προκλήσεις που φέρνει η ηγεσία.
Ως μαθητές του Χριστού, νέοι ή μεγαλύτεροι, και ανεξάρτητα από τη θέση που έχουμε στην εκκλησία, προσεύχομαι όλοι να ωφεληθούμε, καθώς στοχαζόμαστε τη σοφία του Παύλου απέναντι στον νεαρότερο, αγαπητό του φίλο.
Ποιοι επηρέασαν την πίστη σου στιγμιαία ή μακροχρόνια; Κάτι που είπαν, έκαναν ή ήταν το παράδειγμά τους; Ευχαρίστησε τον Θεό.
Β΄ Τιμόθεο 1:1-7
1Παῦλος, ἀπόστολος Ἰησοῦ Χριστοῦ διὰ θελήματος Θεοῦ κατὰ τὴν ἐπαγγελίαν τῆς ζωῆς τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ,
2πρὸς Τιμόθεον τὸ ἀγαπητὸν τέκνον· εἴη χάρις, ἔλεος, εἰρήνη ἀπὸ Θεοῦ Πατρὸς καὶ Χριστοῦ Ἰησοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν.
3Εὐχαριστῶ τὸν Θεόν, τὸν ὁποῖον λατρεύω ἀπὸ προγόνων μετὰ καθαρᾶς συνειδήσεως, ὅτι ἀδιαλείπτως σὲ ἐνθυμοῦμαι ἐν ταῖς δεήσεσί μου νύκτα καὶ ἡμέραν, 4ἐπιποθῶν νὰ σὲ ἴδω, ἐνθυμούμενος τὰ δάκρυά σου, διὰ νὰ ἐμπλησθῶ χαρᾶς,5ἀνακαλῶν εἰς τὴν μνήμην μου τὴν ἐν σοὶ ἀνυπόκριτον πίστιν, ἥτις πρῶτον κατῴκησεν ἐν τῇ μάμμῃ σου Λωΐδι καὶ ἐν τῇ μητρὶ σου Εὐνίκῃ, εἶμαι δὲ πεπεισμένος ὅτι καὶ ἐν σοί.6Διὰ τὴν ὁποίαν αἰτίαν σὲ ὑπενθυμίζω νὰ ἀναζωπυρῇς τὸ χάρισμα τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖον εἶναι ἐν σοὶ διὰ τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν μου· 7διότι δὲν ἔδωκεν εἰς ἡμᾶς ὁ Θεὸς πνεῦμα δειλίας, ἀλλὰ δυνάμεως καὶ ἀγάπης καὶ σωφρονισμοῦ.
Για κάποιο λόγο, η φλόγα της πίστης του Τιμόθεου φαίνεται να σιγοκαίει, όταν ο Παύλος γράφει αυτή τη δεύτερη επιστολή. Είχε πρωτοανάψει διά της μητέρας και της γιαγιάς του (εδ. 5). Τα πρώτα εδάφια της σημερινής περικοπής είναι μια συγκινητική αναφορά στην πνευματική επιρροή που είχαν στα πρώτα χρόνια της ζωής του. Ο ίδιος ο Παύλος αποκαλεί τον Τιμόθεο «τέκνον» –όρος που δηλώνει τρυφερότητα και στενή σχέση.
Έτσι, ο Παύλος μπορεί να υπενθυμίσει στον Τιμόθεο να αναζωπυρώσει το χάρισμα που του έχει δώσει ο Θεός (εδ. 6). Δεν ξεκαθαρίζεται για ποιο χάρισμα μιλάει, αλλά μπορούμε να υποθέσουμε ότι σχετίζεται με τον ρόλο του ως ηγέτη στην εκκλησία – για τον οποίο τα στοιχεία που αναφέρει το εδάφιο 7 είναι σημαντικά και πρέπει να χρησιμοποιούνται προσεκτικά. Αν ο Τιμόθεος κλήθηκε να αναλάβει την ευθύνη της ηγεσίας και έχει λάβει το αντίστοιχο πνευματικό δώρο από τον Θεό – και έτσι ακριβώς συμβαίνει – τότε είναι σημαντικό να ζωηρέψει και πάλι το χάρισμά του. Τότε θα μπορέσει να εκπληρώσει αυτό που ο Θεός τον έχει καλέσει να κάνει δραστήρια και με ενθουσιασμό (εδ. 14).
Ιερεμίας 11–12, Ιωάννης 5
Τα Βιβλικά Αναγνώσματα στο email σας:
Αν θέλετε να λαμβάνετε καθημερινά τα Βιβλικά Αναγνώσματα στο email σας, μπορείτε να εγγραφείτε συμπληρώνοντας τα στοιχεία σας στην παρακάτω φόρμα.
[WORDPRESS_PDF]