Εισαγωγή:
Η πρόθεση του Σαούλ να σκοτώσει τον Δαβίδ έχει γίνει επικίνδυνα σοβαρή. Δεν μπορεί πια να ελπίζει ότι θα τον ηρεμήσει με τη μελωδία της άρπας ή θα τον κατευνάσει με στρατιωτικές επιτυχίες ή θα μεσολαβήσει γι’ αυτόν ο Ιωνάθαν. Αν θέλει να ζήσει, πρέπει να τρέξει. Τρέχει λοιπόν, χωρίς συντρόφους, προμήθειες ή σχέδιο.
Ακολούθησαν χρόνια που ο Δαβίδ ήταν στην ερημιά: χρόνια σε εχθρικό έδαφος, σε ερήμους, με φόβο, πείνα και μικρές πιθανότητες επιβίωσης. Αυτά τα χρόνια στην ερημιά θα είναι το θέμα μας για τις επόμενες βδομάδες, καθώς ο Δαβίδ παλεύει να επιβιώσει, κάποιες φορές με έντιμο τρόπο, άλλες όχι. Πώς εξηγούμε αυτή την επώδυνη παράκαμψη στον δρόμο του Δαβίδ από βοσκό σε βασιλιά; Πώς βλέπουμε την έρημο στη δική μας ζωή;
Ο Πίτερσον γράφει σε ένα βιβλίο του σχετικά με τον Δαβίδ: «Η περιστασιακή έρημος είναι ένας τρομερός, τρομακτικός και επικίνδυνος τόπος… αλλά πιστεύω επίσης ότι είναι ένας τόπος ομορφιάς. Υπάρχουν πολλά να δεις, να ακούσεις και να βιώσεις στην ερημιά που δεν μπορείς να δεις, να ακούσεις και να βιώσεις πουθενά αλλού». Η ζωή του Δαβίδ επιβεβαιώνει αυτή την αλήθεια. Έχεις κι εσύ αυτή την εμπειρία;
Καθώς προχωράμε στην έρημο μαζί με τον Δαβίδ, ας έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά να αντιληφθούμε τον κίνδυνο, αλλά και τη μεγαλειότητα και το μυστήριο του Θεού, που είναι μαζί μας όπως ήταν και με τον Δαβίδ: «Ο Κύριος είναι φως μου και σωτηρία μου· τίνα θέλω φοβηθή;» (Ψαλμός 27:1).
Επικαλέσου την παρουσία του Αγίου Πνεύματος.
Α' Σαμουήλ 21:1-15
1Καὶ ἦλθεν ὁ Δαβὶδ εἰς Νώβ, πρὸς Ἀχιμέλεχ τὸν ἱερέα· ἐξεπλάγη δὲ ὁ Ἀχιμέλεχ εἰς τὴν συνάντησιν τοῦ Δαβὶδ καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν, Διὰ τί σὺ μόνος, καὶ δὲν εἶναι οὐδεὶς μετὰ σοῦ;
2Καὶ εἶπεν ὁ Δαβὶδ πρὸς τὸν Ἀχιμέλεχ τὸν ἱερέα, Ὁ βασιλεὺς προσέταξεν εἰς ἐμὲ ὑπόθεσίν τινα καὶ μοὶ εἶπεν, Ἄς μή ἐξεύρῃ μηδεὶς μηδὲν περὶ τῆς ὑποθέσεως, διὰ τὴν ὁποίαν ἐγὼ σὲ ἀποστέλλω, μηδὲ τί προσέταξα εἰς ἐσέ· καὶ διώρισα εἰς τοὺς δούλους τὸν δεῖνα καὶ δεῖνα τόπον.
3Τώρα λοιπὸν τί σοὶ εἶναι πρόχειρον; δὸς πέντε ἄρτους εἰς τὴν χεῖρά μου, ἤ ὅ, τι εὑρίσκεται.4Καὶ ἀπεκρίθη ὁ ἱερεὺς πρὸς τὸν Δαβίδ, καὶ εἶπε, Δὲν ἔχω πρόχειρον οὐδένα κοινὸν ἄρτον, ἀλλ᾿ εἶναι ἄρτοι ἡγιασμένοι· οἱ νέοι ἐφυλάχθησαν καθαροὶ τοὐλάχιστον ἀπὸ γυναικῶν;
5Καὶ ἀπεκρίθη ὁ Δαβὶδ πρὸς τὸν ἱερέα καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν, Μάλιστα αἱ γυναῖκες εἶναι μακρὰν ἀφ᾿ ἡμῶν εἰς τὰς τρεῖς ταύτας ἡμέρας, ἀφοῦ ἐξῆλθον, καὶ τὰ σκεύη τῶν νέων εἶναι καθαρά· καὶ οὗτος ὁ ἄρτος εἶναι τρόπον τινὰ κοινός, μάλιστα ἐπειδή σήμερον εἶναι ἄλλος ἡγιασμένος εἰς τὰ σκεύη.
6Ἔδωκε λοιπὸν ὁ ἱερεὺς εἰς αὐτὸν τοὺς ἄρτους τοὺς ἁγίους· διότι δὲν ἦτο ἐκεῖ ἄρτος παρὰ τοὺς ἄρτους τῆς προθέσεως, οἵτινες εἶχον σηκωθῆ ἀπ᾿ ἔμπροσθεν τοῦ Κυρίου, διὰ νὰ θέσωσιν ἄρτους ζεστοὺς καθ᾿ ἥν ἡμέραν ἐσηκώθησαν ἐκεῖνοι.
7Ἦτο δὲ ἐκεῖ ἄνθρωπός τις ἐκ τῶν δούλων τοῦ Σαούλ, τὴν ἡμέραν ἐκείνην, κρατούμενος ἐνώπιον τοῦ Κυρίου· καὶ τὸ ὄνομα αὐτοῦ Δωήκ, ὁ Ἰδουμαῖος, ὁ πρώτιστος τῶν ποιμένων τοῦ Σαούλ.8Καὶ εἶπεν ὁ Δαβὶδ πρὸς τὸν Ἀχιμέλεχ, Καὶ δὲν ἔχεις ἐδὼ πρόχειρον κανὲν δόρυ ἤ ῥομφαίαν; διότι οὔτε τὴν ῥομφαίαν μου οὔτε τὰ ὅπλα μου ἔλαβον ἐν τῇ χειρὶ μου, ἐπειδή τοῦ βασιλέως ἡ ὑπόθεσις ἦτο κατεπείγουσα.
9Καὶ εἶπεν ὁ ἱερεύς, Ἡ ῥομφαία Γολιὰθ τοῦ Φιλισταίου, τὸν ὁποῖον ἐπάταξας ἐν τῇ κοιλάδι Ἠλά, ἰδοὺ εἶναι περιτετυλιγμένη εἰς φόρεμα ὄπισθεν τοῦ ἐφόδ· ἐὰν θέλῃς νὰ λάβῃς αὐτήν, λάβε· διότι ἐνταῦθα δὲν εἶναι ἄλλη παρὰ ἐκείνην. Καὶ εἶπεν ὁ Δαβὶδ. Δὲν εἶναι οὐδεμία ὡς αὐτή· δὸς μοι αὐτήν.
10Καὶ ἐσηκώθη ὁ Δαβὶδ καὶ ἔφυγε τὴν ἡμέραν ἐκείνην ἀπὸ προσώπου τοῦ Σαούλ, καὶ ὑπῆγε πρὸς τὸν Ἀγχοῦς, βασιλέα τῆς Γάθ
11Καὶ εἶπον οἱ δοῦλοι τοῦ Ἀγχοῦς πρὸς αὐτόν, Δὲν εἶναι οὗτος ὁ Δαβὶδ ὁ βασιλεὺς τοῦ τόπου; δὲν εἶναι οὗτος, εἰς τὸν ὁποῖον ἀμοιβαίως ἔψαλλον ἐν τοῖς χοροῖς, λέγουσαι, Ὁ Σαοὺλ ἐπάταξε τὰς χιλιάδας αὑτοῦ, καὶ ὁ Δαβὶδ τὰς μυριάδας αὑτοῦ;
12Καὶ ἔβαλεν ὁ Δαβὶδ τοὺς λόγους τούτους ἐν τῇ καρδίᾳ αὑτοῦ καὶ ἐφοβήθη σφόδρα ἀπὸ τοῦ Ἀγχοῦς βασιλέως τῆς Γάθ.
13Καὶ ἤλλαξε τὸν τρόπον αὑτοῦ ἔμπροσθεν αὐτῶν, καὶ προσεποιήθη τὸν τρελλὸν μεταξὺ τῶν χειρῶν αὐτῶν, καὶ ἔξυεν ἐπάνω τῶν θυρῶν τῆς πύλης, καὶ ἄφινε τὸν σίελον αὑτοῦ νὰ καταπίπτῃ εἰς τὸ γένειον αὑτοῦ. 14Τότε εἶπεν ὁ Ἀγχοῦς πρὸς τοὺς δούλους αὑτοῦ, Ἰδού, σεῖς βλέπετε τὸν ἄνθρωπον ὅτι εἶναι τρελλός· διὰ τί ἐφέρετε αὐτὸν πρὸς ἐμέ;
15μήπως ἐγὼ στεροῦμαι τρελλῶν, ὥστε νὰ φέρητε τοῦτον διὰ νὰ κάμνῃ τὸν τρελλὸν ἔμπροσθέν μου; οὗτος ἤθελεν εἰσέλθει εἰς τὴν οἰκίαν μου;
Οι Ισραηλίτες ως εκλεκτός λαός του Θεού είχαν την εντολή να ζουν με την έννοια της «ετερότητας», λατρεύοντας τον Θεό που είναι άγιος, μυστηριώδης και διαφορετικός από όλη τη δημιουργία. Καθήκον του αρχιερέα Αχιμελέχ ήταν να διατηρεί άγιο το αγιαστήριο.
Ο Αχιμελέχ αγχώθηκε με την επίσκεψη του Δαβίδ. Ο Δαβίδ ήταν δημοφιλής και πολύ γνωστός, όμως εδώ ήταν μόνος, απεριποίητος και -πολύ παράξενο- ζητούσε να φάει το αγιασμένο ψωμί! Κάθε Σάββατο, 12 καρβέλια τοποθετούνταν στον βωμό ως προσφορά για τον Θεό. Όταν ερχόταν η ώρα να τα αντικαταστήσουν, μόνο οι ιερείς μπορούσαν να τα φάνε (Λευιτικό 24:5-9). Ο Δαβίδ το ήξερε αυτό πολύ καλά.
Η λατρεία στο αγιαστήριο ήταν βασισμένη στον νόμο και στην τελετουργική διαδικασία που είχε σχεδιαστεί για να εξασφαλίσει ότι η ετερότητα του Θεού ήταν σεβαστή. Παρά τα παραπτώματά του, ο Δαβίδ ήξερε ότι αυτός ο τόπος ήταν ο πιο κατάλληλος για να του εξασφαλίσει τα αναγκαία για την επιβίωσή του: τροφή και ένα σπαθί. Ο Αχιμελέχ καταλάβαινε το πνεύμα του νόμου και, πολύ αργότερα, ο ίδιος ο Ιησούς έδωσε την έγκρισή Του για τις πράξεις του (Ματθαίος 12:1-5). Η ζωή μπορεί να γίνει πολύ μπερδεμένη, αλλά θα ήταν λάθος αν δεν πηγαίναμε στο αγιαστήριο του Θεού για να βρούμε βοήθεια στην ώρα της ανάγκης μας.
Ιεζεκιήλ 6–7, Ιάκωβος 2
Τα Βιβλικά Αναγνώσματα στο email σας:
Αν θέλετε να λαμβάνετε καθημερινά τα Βιβλικά Αναγνώσματα στο email σας, μπορείτε να εγγραφείτε συμπληρώνοντας τα στοιχεία σας στην παρακάτω φόρμα.
[WORDPRESS_PDF]