Ευχαρίστησε τον Θεό για τους τρόπους και τους ανθρώπους με τους οποίους σε προστάτεψε από κινδύνους. Προσευχήσου να συνεχίσει να σε προστατεύει!
Α' Σαμουήλ 20:24-42
24Ἐκρύφθη λοιπὸν ὁ Δαβὶδ ἐν τῷ ἀγρῷ· καὶ ὅτε ἦλθεν ἡ νεομηνία, ὁ βασιλεὺς ἐκάθισεν εἰς τὴν τράπεζαν διὰ νὰ φάγῃ.25Καὶ ὁ βασιλεὺς ἐκάθισεν ἐπὶ τῆς καθέδρας αὑτοῦ, ὡς ἄλλοτε, ἐπὶ καθέδρας πλησίον τοῦ τοίχου· καὶ ὁ Ἰωνάθαν ἐσηκώθη καὶ ἐκάθισεν ὁ Ἀβενήρ πλησίον τοῦ Σαούλ, ὁ δὲ τόπος τοῦ Δαβὶδ ἦτο κενός.2620:26 Ὁ Σαοὺλ ὅμως δὲν ἐλάλησεν οὐδὲν τὴν ἡμέραν ἐκείνην· διότι εἶπε καθ᾿ ἑαυτόν, Τίποτε συνέβη εἰς αὐτὸν ὥστε νὰ μή ἦναι καθαρός· βεβαίως δὲν εἶναι καθαρός.
27Καὶ τὸ πρωΐ, τὴν δευτέραν τοῦ μηνός, ὁ τόπος τοῦ Δαβὶδ ἦτο κενός· καὶ εἶπεν ὁ Σαοὺλ πρὸς Ἰωνάθαν τὸν υἱὸν αὑτοῦ, Διὰ τί δὲν ἦλθεν ὁ υἱὸς τοῦ Ἰεσσαὶ εἰς τὴν τράπεζαν, οὔτε χθὲς οὔτε σήμερον;28Καὶ ἀπεκρίθη ὁ Ἰωνάθαν πρὸς τὸν Σαούλ, Ὁ Δαβὶδ ἐζήτησεν ἐνθέρμως παρ᾿ ἐμοῦ νὰ ὑπάγῃ ἕως Βηθλεέμ,29καὶ εἶπεν, Ἄς ὑπάγω, παρακαλῶ, διότι ἡ συγγένεια ἡμῶν κάμνει θυσίαν ἐν τῇ πόλει· καὶ ὁ ἀδελφὸς μου αὐτὸς παρήγγειλεν εἰς ἐμὲ νὰ παρευρεθῶ· τώρα λοιπόν, ἐὰν εὕρηκα χάριν εἰς τοὺς ὀφθαλμοὺς σου, ἄφες με, παρακαλῶ, νὰ ὑπάγω καὶ νὰ ἴδω τοὺς ἀδελφοὺς μου· διὰ τοῦτο δὲν ἦλθεν εἰς τὴν τράπεζαν τοῦ βασιλέως.
30Τότε ἐξήφθη ἡ ὀργή τοῦ Σαοὺλ κατὰ τοῦ Ἰωνάθαν, καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν, Υἱὲ διεφθαρμένης καὶ ἀποστάτιδος, δὲν ἐξεύρω ὅτι σὺ ἐξέλεξας τὸν υἱὸν τοῦ Ἰεσσαὶ δι᾿ αἰσχύνην σου καὶ δι᾿ αἰσχύνην τῆς γυμνώσεως τῆς μητρὸς σου;31διότι ἐνόσῳ ὁ υἱὸς τοῦ Ἰεσσαὶ ζῇ ἐπὶ τῆς γῆς, σὺ δὲν θέλεις στερεωθῆ οὐδὲ ἡ βασιλεία σου· τώρα λοιπὸν πέμψον καὶ φέρε αὐτὸν πρὸς ἐμέ· διότι ἐξάπαντος θέλει ἀποθάνει.
32Καὶ ἀπεκρίθη ὁ Ἰωνάθαν πρὸς τὸν Σαοὺλ τὸν πατέρα αὑτοῦ καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν, Διὰ τί νὰ θανατωθῇ; τί ἔπραξε;33Καὶ ἔρριψεν ὁ Σαοὺλ δοράτιον κατ᾿ αὐτοῦ, διὰ νὰ κτυπήσῃ αὐτόν· τότε ἐγνώρισεν ὁ Ἰωνάθαν, ὅτι ἦτο ἀποφασισμένον παρὰ τοῦ πατρὸς αὑτοῦ νὰ θανατώσῃ τὸν Δαβίδ.34Καὶ ἐσηκώθη ὁ Ἰωνάθαν ἀπὸ τῆς τραπέζης μὲ ἔξαψιν θυμοῦ καὶ δὲν ἔφαγεν ἄρτον τὴν δευτέραν ἡμέραν τοῦ μηνός· διότι ἦτο λυπημένος διὰ τὸν Δαβίδ, ἐπειδή εἶχε καταισχύνει αὐτὸν ὁ πατήρ αὐτοῦ.
35Καὶ τὸ πρωΐ ἐξῆλθεν ὁ Ἰωνάθαν εἰς τὸν ἀγρόν, κατὰ τὸν καιρὸν τὸν προσδιορισθέντα μετὰ τοῦ Δαβίδ, ἔχων μεθ᾿ ἑαυτοῦ μικρὸν παιδάριον.36Καὶ εἶπε πρὸς τὸ παιδάριον αὑτοῦ, Τρέξον, εὑρὲ τώρα τὰ βέλη, τὰ ὁποῖα ἐγὼ τοξεύω. Καὶ καθὼς ἔτρεχε τὸ παιδάριον, ἐτόξευσε τὸ βέλος πέραν αὐτοῦ.37Καὶ ὅτε τὸ παιδάριον ἦλθεν εἰς τὸν τόπον τοῦ βέλους, τὸ ὁποῖον ὁ Ἰωνάθαν εἶχε τοξεύσει, ἐφώναξεν ὁ Ἰωνάθαν κατόπιν τοῦ παιδαρίου καὶ εἶπε, Δὲν εἶναι τὸ βέλος πέραν ἀπὸ σοῦ;38Καὶ ἐφώναξεν ὁ Ἰωνάθαν κατόπιν τοῦ παιδαρίου, Τάχυνον, σπεῦσον, μή σταθῇς. Καὶ ἐσύναξε τὸ παιδάριον τοῦ Ἰωνάθαν τὰ βέλη καὶ ἦλθε πρὸς τὸν κύριον αὑτοῦ.39Τὸ παιδάριον ὅμως δὲν ἠξευρεν οὐδὲν· μόνος ὁ Ἰωνάθαν καὶ ὁ Δαβὶδ ἠξευρον τὴν ὑπόθεσιν.
40Καὶ ἔδωκεν ὁ Ἰωνάθαν τὰ ὅπλα αὑτοῦ εἰς τὸ παιδάριον τὸ μεθ᾿ αὐτοῦ καὶ εἶπε πρὸς αὐτό, Ὕπαγε, φέρε αὐτὰ εἰς τὴν πόλιν.41Καθὼς δὲ ἀνεχώρησε τὸ παιδάριον, ἐσηκώθη ὁ Δαβὶδ ἐκ τοῦ μεσημβρινοῦ μέρους καὶ ἔπεσε κατὰ πρόσωπον αὑτοῦ εἰς τὴν γῆν καὶ προσεκύνησε τρίς· καὶ ἠσπάσθησαν ἀλλήλους καὶ ἔκλαυσαν ἀμφότεροι· ὁ δὲ Δαβὶδ ἔκαμε κλαυθμὸν μέγαν.42Καὶ εἶπεν ὁ Ἰωνάθαν πρὸς τὸν Δαβίδ, Ὕπαγε ἐν εἰρήνῃ, καθὼς ὡμόσαμεν ἡμεῖς ἀμφότεροι εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου, λέγοντες, Ὁ Κύριος ἄς ἦναι μεταξὺ ἐμοῦ καὶ σοῦ, καὶ μεταξὺ τοῦ σπέρματός μου καὶ τοῦ σπέρματός σου εἰς τὸν αἰῶνα. Καὶ ἐσηκώθη καὶ ἀνεχώρησεν· ὁ δὲ Ἰωνάθαν εἰσῆλθεν εἰς τὴν πόλιν.
Απουσία μίας μέρας ήταν κατανοητή, οι νόμοι για την καθαρότητα ήταν πολύ αυστηροί. Όμως τη δεύτερη μέρα ο Σαούλ συνειδητοποίησε ότι το πρόβλημα δεν ήταν η τελετουργική καθαρότητα, που θα μπορούσε να έχει λυθεί σε μια μέρα. Ο Σαούλ δεν πίστεψε την ιστορία του Ιωνάθαν ότι ο Δαβίδ πήγε στη Βηθλεέμ. Έτσι η αντιπάθειά του προς τον Δαβίδ αυξήθηκε. Τρεις φορές αρνήθηκε να προφέρει το όνομά του και τον αποκάλεσε «γιο του Ιεσσαί» (εδ. 27, 30, 31). Όταν φούντωσε και πάλι η οργή του (εδ. 30) και έριξε το δόρυ του κατά του Ιωνάθαν, δεν υπήρχε πια αμφιβολία για την πρόθεσή του απέναντι στον Δαβίδ (εδ. 33). Η βασιλεία του Σαούλ προχωρούσε, αν και αργά, προς το τέλος της.
Το επόμενο πρωί, ο Ιωνάθαν έστειλε το κωδικοποιημένο μήνυμα στον Δαβίδ. Έριξε ένα βέλος πέρα από τον στόχο και είπε στον υπηρέτη του να τρέξει πιο πέρα για να το μαζέψει (εδ. 22, 37). Όμως τα λόγια του ήταν για να τα ακούσει ο Δαβίδ. Κρυμμένος, ο Δαβίδ κατάλαβε. Ο Σαούλ ήθελε σίγουρα να τον σκοτώσει. Ήταν ώρα να φύγει για να σωθεί.
Ο Δαβίδ αναγνωρίζει ακόμα ότι ο Ιωνάθαν είναι ανώτερος (εδ. 41). Όμως, την ίδια στιγμή ο Ιωνάθαν επιβεβαιώνει ότι είναι πιστός στη διαθήκη τους (εδ. 42). Ο αποχαιρετισμός τους είναι πολύ συγκινητικός (εδ. 41). Θα ξαναβλέπονταν μόνο μια φορά ακόμα (23:16-18).
Ιεζεκιήλ 4–5, Ιάκωβος 1
Τα Βιβλικά Αναγνώσματα στο email σας:
Αν θέλετε να λαμβάνετε καθημερινά τα Βιβλικά Αναγνώσματα στο email σας, μπορείτε να εγγραφείτε συμπληρώνοντας τα στοιχεία σας στην παρακάτω φόρμα.
[WORDPRESS_PDF]