Θυμήσου ή διάβασε το Ιωάννης 3:16. Ευχαρίστησε τον Θεό για την αγάπη Του και την προσφορά του Υιού Του.
Ιερεμίας 8:20–9:11
20Παρῆλθεν ὁ θερισμός, ἐτελείωσε τὸ θέρος, καὶ ἡμεῖς δὲν ἐσώθημεν.21Διὰ τὸ σύντριμμα τῆς θυγατρὸς τοῦ λαοῦ μου ἐπληγώθην, εἶμαι εἰς πένθος, ἔκπληξις μὲ κατέλαβε.22Δὲν εἶναι βάλσαμον ἐν Γαλαάδ; δὲν εἶναι ἐκεῖ ἰατρός; διὰ τί λοιπὸν ἡ θυγάτηρ τοῦ λαοῦ μου δὲν ἀνέλαβε τὴν ὑγείαν αὑτῆς;
1Εἴθε νὰ ἦτο ἡ κεφαλή μου ὕδατα καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ μου πηγή δακρύων, διὰ νὰ κλαίω ἡμέραν καὶ νύκτα τοὺς πεφονευμένους τῆς θυγατρὸς τοῦ λαοῦ μου.
2Εἴθε νὰ εἶχον ἐν τῇ ἐρήμῳ κατάλυμα ὁδοιπόρων, διὰ νὰ ἐγκαταλείψω τὸν λαὸν μου καὶ νὰ ἀπέλθω ἀπ᾿ αὐτῶν· διότι πάντες εἶναι μοιχοί, ἄθροισμα ἀπίστων.3Ἐνέτειναν καὶ τὴν γλῶσσαν αὑτῶν ὡς τόξον ψεύδους· καὶ ἴσχυσαν ἐπὶ τῆς γῆς, οὐχὶ ὑπὲρ τῆς ἀληθείας· διότι προχωροῦσιν ἀπὸ κακίας εἰς κακίαν καὶ ἐμὲ δὲν γνωρίζουσι, λέγει Κύριος.4Φυλάττεσθε ἕκαστος ἀπὸ τοῦ πλησίον αὑτοῦ καὶ ἐπ᾿ οὐδένα ἀδελφὸν μή πεποίθατε· διότι πᾶς ἀδελφὸς θέλει πάντοτε ὑποσκελίζει καὶ πᾶς πλησίον θέλει περιπατεῖ ἐν δολιότητι.5Καὶ θέλουσιν ἀπατᾶ ἕκαστος τὸν πλησίον αὑτοῦ καὶ δὲν θέλουσι λαλεῖ τὴν ἀλήθειαν· ἐδίδαξαν τὴν γλῶσσαν αὑτῶν νὰ λαλῇ ψεύδη, ἀποκάμνουσι πράττοντες ἀνομίαν.
6Ἡ κατοικία σου εἶναι ἐν μέσῳ δολιότητος· ἐν τῇ δολιότητι ἀρνοῦνται νὰ μὲ γνωρίσωσι, λέγει Κύριος. 7Διὰ τοῦτο οὕτω λέγει ὁ Κύριος τῶν δυνάμεων· Ἰδού, θέλω βάλει αὐτοὺς ἐν χωνευτηρίῳ καὶ θέλω δοκιμάσει αὐτούς· διότι πῶς θέλω κάμει ἕνεκεν τῆς θυγατρὸς τοῦ λαοῦ μου;8Ἡ γλῶσσα αὐτῶν εἶναι βέλος ἐξακοντιζόμενον· λαλεῖ δόλια· ἕκαστος λαλεῖ εἰρηνικὰ διὰ τοῦ στόματος αὑτοῦ πρὸς τὸν πλησίον αὑτοῦ, πλήν ἐν τῇ καρδίᾳ αὑτοῦ στήνει ἐνέδραν κατ᾿ αὐτοῦ.
9Δὲν θέλω ἐπισκεφθῆ αὐτοὺς διὰ ταῦτα; λέγει Κύριος· ἡ ψυχή μου δὲν θέλει ἐκδικηθῆ ἐναντίον ἔθνους, τοιούτου;10Διὰ τὰ ὄρη θέλω ἀναλάβει κλαυθμὸν καὶ θρῆνον καὶ διὰ τὰς βοσκὰς τῆς ἐρήμου ὀδυρμόν, διότι ἠφανίσθησαν, ὥστε δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος διαβαίνων, οὐδὲ ἀκούεται φωνή ποιμνίου· ἀπὸ τοῦ πτηνοῦ τοῦ οὐρανοῦ ἕως τοῦ κτήνους, ἔφυγον, ἀπῆλθον.
11Καὶ θέλω καταστήσει τὴν Ἱερουσαλήμ εἰς σωρούς, κατοικίαν θώων· καὶ τὰς πόλεις τοῦ Ἰούδα θέλω κάμει ἐρήμωσιν, ὥστε νὰ μή ὑπάρχῃ ὁ κατοικῶν.
Έχουμε ήδη δει τον πόνο του Ιερεμία (4:19-21). Τον συναντούμε ξανά εδώ, αλλά είναι πιο σκοτεινός και έντονος· και θα χειροτερέψει αργότερα. Καθώς βλέπει την αμαρτία του λαού και στοχάζεται τη μοίρα του, ταλαντεύεται μεταξύ θρήνου (εδ. 1) και φυγής (εδ. 2). Η ευκαιρία έχει παρέλθει (εδ. 20), δεν υπάρχει θεραπεία (εδ. 22). Ο Θεός έχει εξαντλήσει κάθε επιλογή (εδ. 7). Οποιοσδήποτε άνθρωπος με κάποια ευαισθησία θα αντιδρούσε όπως ο Ιερεμίας. Έτσι έκανε και ο απ. Παύλος στο Ρωμαίους 9:1-3. Όταν ανταποκρινόμαστε με αυτό τον τρόπο, αντανακλούμε τον πόνο που νιώθει ο Θεός και νιώθει ο Ιησούς, όταν φτάνει στην Ιερουσαλήμ (Λουκάς 19:41-44). Ο προφήτης δεν καλείται μόνο να μεταφέρει τον λόγο του Θεού, αλλά και να νιώσει τον πόνο Του.
Δεν καλούμαστε όλοι να είμαστε προφήτες όπως ο Ιερεμίας, ή ιεραπόστολοι ακριβώς σαν τον Παύλο, αλλά, ως ακόλουθοι του Ιησού, καλούμαστε να είμαστε πρεσβευτές Του σε έναν διαλυμένο κόσμο. Αυτό σημαίνει ότι θα νιώθουμε σε κάποιο βαθμό τα αισθήματα του Θεού για τον κόσμο, ειδικά όπως τα βλέπουμε διά του Ιησού. Είναι εύκολο να μιλάμε για κρίση δίχως συναίσθημα και πόνο ή να αισθανόμαστε τον πόνο χωρίς να μιλάμε για κρίση. Αλλά και τα δυο είναι απαραίτητο να συνυπάρχουν.
Κριτές 1–2, Ρωμαίους 16
Τα Βιβλικά Αναγνώσματα στο email σας:
Αν θέλετε να λαμβάνετε καθημερινά τα Βιβλικά Αναγνώσματα στο email σας, μπορείτε να εγγραφείτε συμπληρώνοντας τα στοιχεία σας στην παρακάτω φόρμα.
[WORDPRESS_PDF]