Ξεκίνα την ώρα με δοξολογία όπου κι αν βρίσκεσαι.
Α' Σαμουήλ 28:3-25
3Ἀπέθανε δὲ ὁ Σαμουήλ, καὶ πᾶς ὁ Ἰσραήλ ἐθρήνησεν αὐτὸν καὶ ἐνεταφίασεν αὐτὸν ἐν Ῥαμὰ τῇ πόλει αὐτοῦ. Καὶ ἐξέβαλεν ὁ Σαοὺλ ἐκ τοῦ τόπου τοὺς ἔχοντας πνεῦμα μαντείας καὶ τοὺς μάγους.
4Συνηθροίσθησαν λοιπὸν οἱ Φιλισταῖοι καὶ ἦλθον καὶ ἐστρατοπέδευσαν ἐν Σουνήμ· καὶ συνήθροισεν ὁ Σαοὺλ πάντα τὸν Ἰσραήλ, καὶ ἐστρατοπέδευσαν ἐν Γελβουέ.5Καὶ ὅτε εἶδεν ὁ Σαοὺλ τὸ στρατόπεδον τῶν Φιλισταίων, ἐφοβήθη, καὶ ἐτρόμαξεν ἡ καρδία αὐτοῦ σφόδρα.6Καὶ ἠρώτησεν ὁ Σαοὺλ τὸν Κύριον· ἀλλ᾿ ὁ Κύριος δὲν ἀπεκρίθη πρὸς αὐτὸν οὔτε δι᾿ ἐνυπνίων οὔτε διὰ τοῦ Οὐρὶμ οὔτε διὰ προφητῶν.7Τότε εἶπεν ὁ Σαοὺλ πρὸς τοὺς δούλους αὑτοῦ, Ζητήσατέ μοι γυναῖκα ἔχουσαν πνεῦμα μαντείας, διὰ νὰ ὑπάγω πρὸς αὐτήν καὶ νὰ ἐρωτήσω αὐτήν. Καὶ οἱ δοῦλοι αὐτοῦ εἶπον πρὸς αὐτόν, Ἰδού, εἶναι ἐν Ἔν-δὼρ γυνή τις ἔχουσα πνεῦμα μαντείας.
8Καὶ μετεσχηματίσθη ὁ Σαοὺλ καὶ ἐνεδύθη ἄλλα ἱμάτια, καὶ ὑπῆγεν αὐτὸς καὶ δύο ἄνδρες μετ᾿ αὐτοῦ καὶ ἦλθον πρὸς τὴν γυναῖκα διὰ νυκτός· καὶ εἶπε, Μάντευσον, παρακαλῶ, εἰς ἐμὲ διὰ τοῦ πνεύματος τῆς μαντείας καὶ ἀναβίβασόν μοι ὅντινα σοὶ εἴπω.9Καὶ εἶπεν ἡ γυνή πρὸς αὐτόν, Ἰδού, σὺ ἐξεύρεις ὅσα ἔκαμεν ὁ Σαούλ, τίνι τρόπῳ ἐξωλόθρευσε τοὺς ἔχοντας πνεῦμα μαντείας καὶ τοὺς μάγους ἐκ τοῦ τόπου· διὰ τί λοιπὸν σὺ παγιδεύεις τὴν ζωήν μου, διὰ νὰ μὲ θανατώσωσι;10Καὶ ὥμοσε πρὸς αὐτήν ὁ Σαοὺλ εἰς τὸν Κύριον, λέγων, Ζῇ Κύριος, δὲν θέλει σὲ συμβῆ οὐδὲν κακὸν διὰ τοῦτο.
11Τότε εἶπεν ἡ γυνή, Τίνα νὰ σοὶ ἀναβιβάσω; Καὶ εἶπε, τὸν Σαμουήλ ἀναβίβασόν μοι.12Καὶ ὅτε εἶδεν γυνή τὸν Σαμουήλ, ἐβόησε μετὰ φωνῆς μεγάλης· καὶ εἶπεν ἡ γυνή πρὸς τὸν Σαούλ, λέγουσα, Διὰ τί μὲ ἠπάτησας; καὶ σὺ εἶσαι ὁ Σαούλ.
13Καὶ εἶπε πρὸς αὐτήν ὁ βασιλεύς, Μή φοβοῦ· τί εἶδες λοιπὸν; Καὶ εἶπεν ἡ γυνή πρὸς τὸν Σαούλ, Θεοὺς εἶδον ἀναβαίνοντας ἐκ τῆς γῆς.14Καὶ εἶπε πρὸς αὐτήν, Τίς εἶναι ἡ μορφή αὐτοῦ; Ἡ δὲ εἶπε, Γέρων τις ἀναβαίνει καὶ εἶναι περιτετυλιγμένος μὲ ἐπένδυμα. Καὶ ἐγνώρισεν ὁ Σαοὺλ ὅτι ἦτο ὁ Σαμουήλ, καὶ ἔκυψε κατὰ πρόσωπον εἰς τὴν γῆν καὶ προσεκύνησε.
15Καὶ εἶπεν ὁ Σαμουήλ πρὸς τὸν Σαούλ, Διὰ τί μὲ παρηνώχλησας, ὥστε νὰ μὲ κάμῃς νὰ ἀναβῶ; Καὶ ἀπεκρίθη ὁ Σαούλ, Εὑρίσκομαι ἐν μεγάλῃ ἀμηχανίᾳ· διότι οἱ Φιλισταῖοι πολεμοῦσιν ἐναντίον μου, καὶ ὁ Θεὸς ἀπεμακρύνθη ἀπ᾿ ἐμοῦ καὶ δὲν μοὶ ἀποκρίνεται πλέον οὔτε διὰ προφητῶν οὔτε δι᾿ ἐνυπνίων· διὰ τοῦτο σὲ ἐκάλεσα διὰ νὰ φανερώσῃς εἰς ἐμὲ τί νὰ κάμω.
16Τότε εἶπεν ὁ Σαμουήλ, Διὰ τί λοιπὸν ἐρωτᾷς ἐμέ, ἀφοῦ ὁ Κύριος ἀπεμακρύνθη ἀπὸ σοῦ καὶ ἔγεινεν ἐχθρὸς σου;17ὁ Κύριος βεβαίως ἔκαμεν εἰς ἑαυτὸν ὡς ἐλάλησε δι᾿ ἐμοῦ· διότι ἐξέσχισεν ὁ Κύριος τὴν βασιλείαν ἐκ τῆς χειρὸς σου καὶ ἔδωκεν αὐτήν εἰς τὸν πλησίον σου, τὸν Δαβίδ·18ἐπειδή δὲν ὑπήκουσας εἰς τὴν φωνήν τοῦ Κυρίου, οὑδὲ ἐξετέλεσας τὸν μέγαν θυμὸν αὐτοῦ κατὰ τοῦ Ἀμαλήκ, διὰ τοῦτο ὁ Κύριος ἔκαμεν εἰς σὲ τὸ πρᾶγμα τοῦτο τὴν ἡμέραν ταύτην·19καὶ θέλει παραδώσει ὁ Κύριος καὶ τὸν Ἰσραήλ μετὰ σοῦ εἰς τὴν χεῖρα τῶν Φιλισταίων· καὶ αὔριον σὺ καὶ οἱ υἱοὶ σου θέλετε εἶσθαι μετ᾿ ἐμοῦ· καὶ τὸ στρατόπεδον τοῦ Ἰσραήλ θέλει παραδώσει ὁ Κύριος εἰς τὴν χεῖρα τῶν Φιλισταίων.
20Τότε ἔπεσεν ὁ Σαοὺλ εὐθὺς ὅλος ἐξηπλωμένος κατὰ γῆς· διότι κατετρόμαξεν ἐκ τῶν λόγων τοῦ Σαμουήλ· καὶ δύναμις δὲν ἦτο ἐν αὐτῷ, ἐπειδή δὲν εἶχε φάγει ἄρτον ὅλην τὴν ἡμέραν καὶ ὅλην τὴν νύκτα.
21Καὶ ἦλθεν ἡ γυνή πρὸς τὸν Σαοὺλ καὶ εἶδεν ὅτι ἦτο σφόδρα τεταραγμένος, καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν, Ἰδού, ἡ δούλη σου ὑπήκουσεν εἰς τὴν φωνήν σου, καὶ ἔβαλον τὴν ζωήν μου εἰς τὴν χεῖρά μου καὶ ὑπετάχθην εἰς τοὺς λόγους σου, τοὺς ὁποίους ἐλάλησας πρὸς ἐμέ·22τώρα λοιπόν, ἄκουσον καὶ σύ, παρακαλῶ, τὴν φωνήν τῆς δούλης σου, καὶ ἄς βάλω ὀλίγον ἄρτον ἔμπροσθέν σου· καὶ φάγε, διὰ νὰ λάβῃς δύναμιν, ἐπειδή ὑπάγεις εἰς ὁδοιπορίαν.23Πλήν δὲν ἤθελε, λέγων, Δὲν θέλω φάγει· οἱ δοῦλοι ὅμως αὐτοῦ μετὰ τῆς γυναικὸς ἐβίαζον αὐτόν, καὶ εἰσήκουσεν εἰς τὴν φωνήν αὐτῶν· καὶ σηκωθεὶς ἀπὸ τῆς γῆς, ἐκάθησεν ἐπὶ τῆς κλίνης.24εἶχε δὲ ἡ γυνή παχὺ δαμάλιον ἐν τῇ οἰκίᾳ· καὶ ἔσπευσε καὶ ἔσφαξεν αὑτό· καὶ λαβοῦσα ἄλευρον, ἐζύμωσε καὶ ἔψησεν ἄζυμα ἐξ αὐτοῦ.25Καὶ ἔφερεν ἔμπροσθεν τοῦ Σαοὺλ καὶ ἔμπροσθεν τῶν δούλων αὑτοῦ· καὶ ἔφαγον. Καὶ ἐσηκώθησαν καὶ ἀνεχώρησαν τὴν νύκτα ἐκείνην.
Το ανάγνωσμά μας σήμερα θυμίζει κινηματογράφο. Ο διεφθαρμένος βασιλιάς Σαούλ κλονίζεται από φόβο και θέλει απελπισμένα να μάθει τι λέει ο Θεός (εδ. 5-6). Η μάγισσα στην Εν-δωρ καλεί το πνεύμα του Σαμουήλ (εδ. 11-19), που μεταφέρει μήνυμα καταστροφής, πως ο Σαούλ και οι γιοι του θα πεθάνουν την επόμενη μέρα. Ο Σαούλ καταρρακώνεται. Όμως τρώει ένα ωραίο γεύμα με μοσχαρίσιο κρέας και φρεσκοψημένο ψωμί (εδ. 24)!
Γιατί ήθελε τόσο πολύ ο Σαούλ να ακούσει τα λόγια του Θεού; Και γιατί ξαφνιάστηκε με τα λόγια του Σαμουήλ; Δεν ήξερε καλά ότι ο Κύριος τον είχε εγκαταλείψει και είχε γίνει εχθρός Του (εδ. 16); Με κάθε πράξη και απόφαση, ο Σαούλ έφτανε όλο και πιο κοντά σε αυτό το σημείο. Όπως είπε η Α. Ντίλαρντ: «Ο τρόπος με τον οποίο ζούμε τις μέρες μας, είναι τελικά ο τρόπος με τον οποίο ζούμε τη ζωή μας».
Η αλήθεια είναι ότι δεν χρειαζόμαστε κανένα μέντιουμ να μιλήσει σε έναν προφήτη για να μάθουμε ότι οι επιλογές στη ζωή μας, μεγάλες ή μικρές, έχουν αιώνιες συνέπειες. Ξέρουμε τι θα μας οδηγήσει κοντά στον Θεό και τι θα μας φέρει μακριά Του. Όμως, υπάρχει μια μεγαλύτερη αλήθεια: ο Ιησούς υπέφερε τις επιπτώσεις των δικών μας κακών αποφάσεων. Ο Θεός δεν είναι πια εχθρός μας.
Ιεζεκιήλ 28–29, Α΄ Πέτρου 5
Τα Βιβλικά Αναγνώσματα στο email σας:
Αν θέλετε να λαμβάνετε καθημερινά τα Βιβλικά Αναγνώσματα στο email σας, μπορείτε να εγγραφείτε συμπληρώνοντας τα στοιχεία σας στην παρακάτω φόρμα.
[WORDPRESS_PDF]