«Ελθόντες δε και συνάξαντες την εκκλησίαν, ανήγγειλαν όσα έκαμεν ο Θεός δι’ αυτών και ότι ήνοιξεν εις τα έθνη θύραν πίστεως» (Ματθαίος 14:27).
Ιώβ 33:1-33
1Διὰ τοῦτο, Ἰώβ, ἄκουσον τώρα τὰς ὁμιλίας μου, καὶ ἀκροάσθητι πάντας τοὺς λόγους μου.2Ἰδού, τώρα ἤνοιξα τὸ στόμα μου· ἡ γλῶσσά μου λαλεῖ ἐν τῷ στόματί μου.3Οἱ λόγοι μου θέλουσιν εἶσθαι κατὰ τὴν εὐθύτητα τῆς καρδίας μου· καὶ τὰ χείλη μου θέλουσι προφέρει γνῶσιν καθαράν.4Τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μὲ ἔκαμε καὶ ἡ πνοή τοῦ Παντοδυνάμου μὲ ἐζωοποίησεν.5Ἐὰν δύνασαι, ἀποκρίθητί μοι· παρατάχθητι ἔμπροσθέν μου· στῆθι.6Ἰδού, ἐγὼ εἶμαι κατὰ τὸν λόγόν σου ἀπὸ μέρους τοῦ Θεοῦ· ἐκ πηλοῦ εἶμαι καὶ ἐγὼ μεμορφωμένος.
7Ἰδού, ὁ τρόμος μου δὲν θέλει σὲ ταράξει, οὐδὲ ἡ χεὶρ μου θέλει εἶσθαι βαρεῖα ἐπὶ σέ.8Σὺ τῳόντι εἶπας εἰς τὰ ὦτά μου, καὶ ἤκουσα τὴν φωνήν τῶν λόγων σου,9Εἶμαι καθαρὸς χωρὶς ἁμαρτίας· εἶμαι ἀθῶος· καὶ ἀνομία δὲν ὑπάρχει ἐν ἐμοί·10ἰδού, εὑρίσκει ἀφορμὰς ἐναντίον μου· μὲ νομίζει ἐχθρὸν αὑτοῦ·11βάλλει τοὺς πόδας μου ἐν τῷ ξύλῳ· παραφυλάττει πάσας τὰς ὁδοὺς μου.12Ἰδού, κατὰ τοῦτο δὲν εἶσαι δίκαιος· θέλω ἀποκριθῆ πρὸς σέ, διότι ὁ Θεὸς εἶναι μεγαλήτερος τοῦ ἀνθρώπου.
13Διὰ τί ἀντιμάχεσαι πρὸς αὐτόν; διότι δὲν δίδει λόγον περὶ οὐδεμιᾶς τῶν πράξεων αὑτοῦ.14Διότι ὁ Θεὸς λαλεῖ ἅπαξ καὶ δίς, ἀλλ᾿ ὁ ἄνθρωπος δὲν προσέχει.15Ἐν ἐνυπνίῳ, ἐν ὀράσει νυκτερινῇ, ὅτε βαθὺς ὕπνος πίπτει ἐπὶ τοὺς ἀνθρώπους, ὅτε ὑπνώττουσιν ἐπὶ τῆς κλίνης·16τότε ἀνοίγει τὰ ὦτα τῶν ἀνθρώπων, καὶ ἐπισφραγίζει τὴν πρὸς αὐτοὺς νουθεσίαν·17διὰ νὰ ἀποστρέψῃ τὸν ἄνθρωπον ἀπὸ τῶν πράξεων αὐτοῦ καὶ νὰ ἐκβάλῃ τὴν ὑπερηφανίαν ἐκ τοῦ ἀνθρώπου. 18Προλαμβάνει τὴν ψυχήν αὐτοῦ ἀπὸ τοῦ λάκκου καὶ τὴν ζωήν αὐτοῦ ἀπὸ τοῦ νὰ διαπερασθῇ ὑπὸ ῥομφαίας. 19Πάλιν, τιμωρεῖται μὲ πόνους ἐπὶ τῆς κλίνης αὐτοῦ, καὶ τὸ πλῆθος τῶν ὀστέων αὐτοῦ μὲ δυνατοὺς πόνους·20ὥστε ἡ ζωή αὐτοῦ ἀποστρέφεται τὸν ἄρτον καὶ ἡ ψυχή αὐτοῦ τὸ ἐπιθυμητὸν φαγητόν·21ἡ σὰρξ αὐτοῦ ἀναλίσκεται, ὥστε δὲν φαίνεται, καὶ τὰ ὀστᾶ αὐτοῦ τὰ ἀφανῆ ἐξέχουσιν·22ἡ δὲ ψυχή αὐτοῦ πλησίαζει εἰς τὸν λάκκον καὶ ἡ ζωή αὐτοῦ εἰς τοὺς φονευτάς.23Ἐὰν ἦναι μηνυτής μετ᾿ αὐτοῦ ἤ ἑρμηνευτής, εἷς μεταξὺ χιλίων, διὰ νὰ ἀναγγείλῃ πρὸς τὸν ἄνθρωπον τὴν εὐθύτητα αὐτοῦ·24τότε θέλει εἶσθαι ἵλεως εἰς αὐτὸν καὶ θέλει εἰπεῖ, Λύτρωσον αὐτὸν ἀπὸ τοῦ νὰ καταβῇ εἰς τὸν λάκκον· ἐγὼ εὕρηκα ἐξιλασμόν. 25Ἡ σὰρξ αὐτοῦ θέλει εἶσθαι ἀνθηροτέρα νηπίου· θέλει ἐπιστρέψει εἰς τὰς ἡμέρας τῆς νεότητος αὑτοῦ·26θέλει δεηθῆ τοῦ Θεοῦ καὶ θέλει εὐνοήσει πρὸς αὐτόν· καὶ θέλει βλέπει τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἐν χαρᾷ· καὶ θέλει ἀποδώσει εἰς τὸν ἄνθρωπον τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ.27Θέλει βλέπει πρὸς τοὺς ἀνθρώπους καὶ θέλει λέγει, Ἡμάρτησα καὶ διέστρεψα τὸ ὀρθόν, καὶ δὲν μὲ φέλησεν·
28ἀλλ᾿ αὐτὸς ἐλύτρωσε τὴν ψυχήν μου ἀπὸ τοῦ νὰ ὑπάγῃ εἰς τὸν λάκκον· καὶ ἡ ζωή μου θέλει ἰδεῖ τὸ φῶς. 29Ἰδού, πάντα ταῦτα ἐργάζεται ὁ Θεὸς δὶς καὶ τρὶς μετὰ τοῦ ἀνθρώπου,
30διὰ νὰ ἀποστρέψῃ τὴν ψυχήν αὐτοῦ ἀπὸ τοῦ λάκκου, ὥστε νὰ φωτισθῇ ἐν τῷ φωτὶ τῶν ζώντων. 31Πρόσεχε, Ἰώβ, ἄκουσόν μου· σιώπα, καὶ ἐγὼ θέλω λαλήσει.32Ἐὰν ἔχῃς τί νὰ εἴπῃς, ἀποκρίθητί μοι· λάλησον, διότι ἐπιθυμῶ νὰ δικαιωθῇς.33Εἰ δὲ μή, σὺ ἄκουσόν μου· σιώπα καὶ θέλω σὲ διδάξει σοφίαν.
Στα εδάφια 8-12 ο Ελιού βάζει τον Ιώβ σε δοκιμασία. Πράγματι, στη συνομιλία με τους φίλους του, ο Ιώβ υπερασπίστηκε δυναμικά την αθωότητά του απέναντι σε οποιαδήποτε αμαρτία και οργίστηκε με το γεγονός ότι ο Θεός ούτε τον βλέπει, ούτε και τον δικαιώνει. Θυμήσου, όλα αυτά γίνονται στο πλαίσιο μιας πρόκλησης του σατανά. Ο Θεός έχει υποσχεθεί να μην παρέμβει κατά το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Ο Θεός δεν είναι αδύναμος, απλά κρατάει τον λόγο Του προς τον σατανά (2:6)!
Είναι περίεργο, η πρόκληση δεν σχετίζεται με εχθρότητα, αλλά με την παραβίαση της πρώτης και της τρίτης εντολής – απόρριψη της αγάπης του Θεού και βλασφημία κατά του Θεού. Ο Θεός αντιμετωπίζει την αμαρτία, αλλά αρνείται να πιέσει τον σατανά, τον Ιώβ ή οποιονδήποτε άλλον να πάει ενάντια στη θέλησή του, ακόμα κι αν στο τέλος φτάσουμε στο να αρνηθούμε τον Θεό. Ευτυχώς, παρόλο που ο Ιώβ μπορεί να έχει μειονεκτήματα, η βλασφημία και η απόρριψη του Θεού δεν συγκαταλέγονται σε αυτά.
Επομένως, ο Ελιού λέει κάτι πολύ σημαντικό σε συγχωρημένους αμαρτωλούς: «Θα βλέπει προς τους ανθρώπους και θα λέγει, Ημάρτησα και διέστρεψα το ορθόν και δεν με ωφέλησεν· αλλ’ αυτός ελύτρωσε την ψυχήν μου από του να υπάγει εις τον λάκκον· και η ζωή μου θα ιδεί το φως» (εδ. 27-28).
Αριθμοί 34–35, Πράξεις 25
Τα Βιβλικά Αναγνώσματα στο email σας:
Αν θέλετε να λαμβάνετε καθημερινά τα Βιβλικά Αναγνώσματα στο email σας, μπορείτε να εγγραφείτε συμπληρώνοντας τα στοιχεία σας στην παρακάτω φόρμα.
[WORDPRESS_PDF]